Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132741 Τραγούδια, 271229 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Τριάντα χρόνια μετά
 Ένα ποίημα του Νίκου Ζώρη αφιερωμένο στους ξενιτεμένους Έλληνες
 


Τριάντα χρόνια τα ’χε περάσει ξενιτεμένος σε μέρη μακρινά,
φεύγοντας απ’ το χωριό που ’χε ζήσει τα χρόνια του τα παιδικά.
Αναμνήσεις ζωντανεύανε κείνο το πρωί που ’φτασε στο χωριό
κι η συγκίνηση τον έπνιξε, σαν αντίκρισε το δημοτικό σχολειό.

Παρέκει η εκκλησιά, παιδί κάποτε έβαζε την καλή τη φορεσιά,
μεγαλοβδόμαδο, νηστεία, προσευχή, κατάνυξη στην εκκλησιά.
Πόσο τ’ άρεσε τότε ν’ ακούει εκεί μέσα τα μεγαλύτερα παιδιά
το “Πάτερ ημών” να λένε, τι έκσταση μ’ όλα τα τελετουργικά.

Και το Μεγάλο Σάββατο, πριν το “Χριστός Ανέστη” ακουστεί,
μες στο πανωφόρι της μάνας του τρύπωνε αμέσως να κρυφτεί
γιατί φοβόταν το δυνατό τον κρότο που ’καναν τα βεγγαλικά,
δεν τόλμαγε να βγάλει το κεφάλι του ούτε για μια κλεφτή ματιά.

Κι όταν έφτανε η μέρα που γινόταν το πανηγύρι στο χωριό,
ρούχα γιορτοφοριάτικα, χορός, τραγούδι, γλεντοκόπι, χωρατό.
Κι αν τ’ απομεσήμερο το ουρανόχρωμα προμήνυε ερχομό βροχής,
περήφανος όποιος θα φιλοξενούσε τους περισσότερους συγγενείς.

Τώρα, τριάντα χρόνια από τότε, σεργιάνιζε και πάλι στο χωριό,
μα όλα όσα έβλεπε, μαρτύραγαν πολλών ανθρώπων το φευγιό.
Χαλασιές παντού, σκιές άλλης εποχής στου χρόνου τα περάσματα,
ενώ τα χελιδόνια βιάζονταν να κάνουν φωλιές μες στα χαλάσματα.

Σε λίγο αντίκριζε και πάλι τ’ αγαπημένο του πατρικό σπιτάκι,
σκουριασμένη ήταν η αυλόπορτα, κατάκοιτο το μπαλκονάκι.
Έσπρωξε την αραχνιασμένη πόρτα, όλα γύρω του πολυκαιρισμένα,
το σεντούκι και το λαδοπίθαρο, σε κάποια γωνιά ήταν πεταμένα.

Θρυψαλιασμένα παραθύρια, υγροί οι τοίχοι στα δωμάτιά του,
το ραβδί του αμείλικτου χρόνου, είχε κάνει τη δουλειά του!
Οι γονείς του στους ουρανούς, μα ένιωσε τη δική τους παρουσία
σαν ξάφνου είδε κρεμασμένη μια παλιά οικογενειακή φωτογραφία.


Σαν βγήκε στην αυλή, ένα ψιλόβροχο έπεφτε σα να τον καλωσορίζει
κι ήταν σα ν’ άκουγε, ένα τραγούδι νοσταλγικό να του σφυρίζει.
Το ουράνιο τόξο ξεπρόβαλε, χρώματα παντού σκορπούσε
και των πουλιών το κελάδημα, γλυκόλαλο, ολόγυρα αντηχούσε.

Όταν ήταν μικρό παιδί, σε τούτο το χωριό, ταξίδια μαγικά έκανε,
με της φαντασίας του τα υφάδια, κόσμους δικούς του έφτιαχνε.
Και να, που τούτη τη μέρα ήρθανε στη θύμησή του τα παλιά,
τριάντα χρόνια μετά, το παρελθόν ζωντάνεψε κι επέστρεψε ξανά!




Δημιουργός: Νίκος Ζώρης
Το ποίημα του Νίκου Ζώρη “ Τριάντα χρόνια μετά ”
υπάρχει στο βιβλίο του «Σαν ξημερώσει όλα αλλάζουν…» (σελίδα 69)
Εκδόσεις “Λεξίτυπον” - έκδοση 2010.





 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 4
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αναμνήσεις & Βιώματα
      Ομάδα
      Ελεύθερος στίχος - Ποίηση
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
stav.stav
19-05-2012 @ 21:38
καλο
AETΟΣ
19-05-2012 @ 21:57
Και να, που τούτη τη μέρα ήρθανε στη θύμησή του τα παλιά,
τριάντα χρόνια μετά, το παρελθόν ζωντάνεψε κι επέστρεψε ξανά!

Με γύρισες στο χρόνο πίσω
Ελλάδα μάνα στην καρδιά
πως να την λησμονήσω...

Καλό βράδυ να έχεις




Βουνά μου σας πεθύμησα,ραχούλες μου πλαγιές
τ΄άγρια τα λουλούδια σας, μ΄όλες τις ευωδιές
να δώ εκεί την άνοιξη,κι αυτά τα χελιδόνια
με δυό αηδόνια να λαλούν,μες της μυρτιάς τα κλώνια

Θα ανοίξω πάλι τα φτερά,κοντά σας να πετάξω
στην Παναγιά Προυσιώτισσα,κεράκι να ανάψω
να βγώ ξανά στην ύπαιθρο,μες τα βουνά ένα γύρο
να απολαύσω άνοιξη,των λουλουδιών το μύρο

Το φώς του ήλιου να χαρώ,να δω τις πεταλούδες
να δω και κοριτσόπουλα,με μακριές πλεξούδες
να τρέχουν στους ανθόκηπους,λουλούδια να μαζεύουν
με ξωτικά να μοιάζουνε,νεράϊδες που χορεύουν

Και το κελάδημα πουλιών,ν΄ακούσουνε τ΄αυτιά μου
να ελευθερώσω την ψυχή,ν΄ανοίξω την καρδιά μου
ν΄άχω και την αγάπη μου,να με γλυκοκοιτάζει
απ΄τα γλυκά τα χείλη της το μέλι της να στάζει

Να πλέκω στα μαλάκια της,στεφάνι απο λουλούδια
να γέρνω στην ποδίτσα της,να γράφω τα τραγούδια
να ροβολάμαι στο χωριό,τις νύχτες με φεγγάρι
που έχω φίλους γκαρδιακούς,που τραγουδούν με χάρη

Κι εκεί στο γέρο πλάτανο,του Κατσαντώνη λημέρια
να ξεκινάμε το χορό.πιασμένη από τα χέρια
να παίζει ο Κώστας το βιολί,ο Πάνος το κλαρίνο
κι εγώ να σέρνω το χορό,χαρά για να τους δίνω

Να κάνω της φιγούρες μου.τ΄ανάποδα ψαλίδια
να τρέμει το πλακόστρωτο,λες κι είναι από σανίδια
και για τη μαύρη ξενιτιά,δεκάρα να μη δίνω
τ΄αγιασμένο τσίπουρο,στον τόπο μου να πίνω.
-----------------------------------------------------------------
Στην πέτρα εκεί να αναπαυτώ,το χώμα να μαλάξω
Θεέ μου για τα έργα σου, τραγούδια για να γράψω
σ΄όλα τα εξωκλήσσια σου,κεράκι να ανάψω
να βρώ ξανά το στραυραετό, μαζί του να πετάξω.

Φάνης Μπακογιάννης
Μόντρεαλ Καναδά
5/01/2006
avantage
19-05-2012 @ 22:48
::up.:: ::up.:: ::up.::
Ναταλία...
20-05-2012 @ 12:36
Και τα δύο με συγκλώνησαν αφήνω και το δικό μου .

http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Poems&act=details&poem_id=118012

::yes.:: ::hug.:: ::kiss.::

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο