| Στου Παρθενώνα τα σκαλιά, ζωγράφισες μία σκιά
κι όταν η νύχτα αλυχτά, αυτή ξυπνάει
Σε έναν βράχο που διψά, στάζει το αίμα της αργά
κι αυτήν την πόλη που σε σκότωσε κοιτάει
Κι όταν την δεις από μακρυά, μοιάζει σκυφτή να χαιρετά
τα καραβάνια των ψυχών που αργοκυλάνε
Μες στο ποτάμι της ζωής, όλες τους σβήνουνε νωρίς
χωρίς κανένας μας να δει όσα περνάνε
Κάποιος μου είπε μια φορά, την άκουσε να τραγουδά
στίχους που λέγαν για μιαν άγρια κατηφόρα
Είχε παράξενη φωνή, στην αγκαλιά ένα παιδί
και στου θανάτου πάντα κοίταγε την ώρα
Πόσο σου μοιάζει αυτή η σκιά, εσύ το γνώριζες κρυφά
κι από το χέρι τρυφερά τώρα την πιάνεις
Γέρνεις μπροστά κι όμως γελάς, ποτέ δεν ήσουν σαν και μας
κι ας είχες πάψει ν’ απορείς για ότι κάνεις
Τώρα περήφανος κοιτάς, την πόρνη γη που χαιρετάς
και συλλαβίζεις την σιωπή για να σε νοιώσει
Μόνη παρέα η βροχή και μια μετέωρη ψυχή
Δεν περιμένεις κάτι πια για να σε σώσει
Δεν ξέρεις κάποια προσευχή, τίποτα δεν προσμένεις
Βαράς στον χάρο προσοχή, για λίγο ημερεύεις
Τι κι αν δεν ήσουν δυνατός, δεν γνώρισες τον φόβο
Για να ξυπνήσεις τον Θεό, πρέπει να βρεις τον λόγο….
Και εσύ δυστυχώς τον βρήκες φίλε..
Κι όλοι εμείς αργήσαμε λίγο να το καταλάβουμε.. Όπως και για τόσους άλλους.
Καλό ταξίδι..
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 18
| | | | | | |
|