|
Χρήστου Χ. Θεοφιλάτου
DANTON
Ψηλό του πένθους σκέπαστρον βαρύ, της καρμανιόλας,
στο μέσον στέκονταν ορθή, της παλαιάς πρωίας.
Το άνθος το βασιλικόν πατιούνταν μαύρο κιόλας
απ’ της αμάξης τον τροχό, στην γλιστερήν πλατεία.
Το χέρι μ’ άπλωνε ο λαός γυμνό, του σκεβρωμένου,
σωτήρος μου ’χε υποδοχή , σκουφί του επαναστάτου,
μα ήταν το χνώτο νηστικό, το σώμα Εσταυρωμένου
και το παντζούρι σφαλιστό του Ιούλιου πρωτεργάτου.
Χονδρός του λόγου ο δαμαστής εχτύπαε τη γροθιά του,
στο έδρανο του ομιλητή η «σελίς των δικαιωμάτων»,
οι Αρχόντοι συσπειρώνονταν σε τάξιν, αποκάτου
κι ο δήμιος κάθονταν στραβός, με απλίκα Βοναπάρτου.
Δαυλί το φως στην Αγορά, την Νύχτα των Αθλίων,
που σωριαγμένοι καταγής, πυράν είχαν στα μάτια,
νεαροί πατριώτες μας φοράν στο κάρο των μετρίων
και οδηγούμαστε ευγενείς, στου χάρου τα φρεάτια.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 8 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|