| Κυλούν οι μέρες μου βαριές
σαν στοιχειωμένες Κυριακές
σαν αναμνήσεις παιδικές
και σαν ποτάμι
Κι εγώ στου αύριο τις σκοπιές
να κυνηγάω τις σκιές
που επιτέθηκαν στο χθες
μ' ένα καλάμι
Ξημέρωσα ένα πρωί
με μια καινούργια αναπνοή
μέσα στου χρόνου τη ροή
και το καμίνι
Μα έκλαιγα πάντοτε βουβά
γι' αυτό και πλήρωσα ακριβά
αυτού του κόσμου τα στραβά
και την οδύνη
Να 'μαι λοιπόν στο πουθενά
να συμπληρώνω τα κενά
με της ζωής μου τα καινά
και τα δαιμόνια
Σ' αυτής της πόλης τα στενά
κοίτα με τριγυρνώ ξανά
με μια αμαρτία πρωταρχική
που ζει αιώνια
Χωρίς ψυχή, χωρίς φωνή
σε μιαν αόρατη σκηνή
μ' ένα πελώριο γιατί
πάνω στην πλάτη
Το δρόμο πήρα μιαν αυγή
ψάχνοντας κείνη τη ζωή
που να μην είναι διαταγή
και αυταπάτη
Και έτσι βρέθηκα ξανά
χωρίς σκαρί χωρίς πανιά
σε μια θάλασσα βαθιά
να κολυμπάω
Μόνος μου κόντρα στον καιρό
να κινδυνεύω να πνιγώ
και να μην ξέρω πού θα βγω
και πού θα πάω
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|