| Δευτέρα πρωί ξημέρωνε
και αντίστροφα μετρούσα
γιατί η δουλειά με πλάκωνε
και άλλο δεν μπορούσα
Τις μέρες όλο μέτραγα
την κόλαση ν' αφήσω
και την Παρασκευή το απόγευμα
τη δίψα μου να σβήσω
Σαράντα μήνες ολάκερους
μου βγάζανε το λάδι
μα το Σαββατοκύριακο
τους έστελνα στον ʼδη
Στην Πίνδο και στα ʼγραφα
συνέχεια περπατούσα
στην Κέρκυρα και στους Παξούς
σαν έβρεχε βουτούσα
Στα Γρεβενά και στο Φρακτό
στη Σαμαρίνα πάνω
τις προβατίνες έτρωγα
κοιμόμουνα στον Γράμμο
Χιόνια βροχές και θύελλες
όλα τα αψηφούσα
τον κόσμο τον κακόμοιρο
απ' τα βουνά κοιτούσα
Και οι ακτές οι έρημες
σειρήνες με καλούσαν
τα ψάρια με περίμεναν
μαζί μου κολυμπούσαν
Τις εποχές τις έχασα
δεν είχαν πια αξία
χειμώνας ήταν ή άνοιξη
εγώ στην παραλία.
Τη θάλασσα και το βουνό
ποτέ δε θα τα αφήσω
την κάθε πέτρα και μεριά
όλα θα τα τιμήσω
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|