| Μια μαύρη βέρα φόρεσα στο δάχτυλο της θλίψης
Ντυμένη με ορείχαλκο και πέτρες της ντροπής
Μέσα στο άσπρο νυφικό παντρεύονται οι τύψεις
Και συ γυρεύεις ψέματα στο Χάροντα να πεις...
Απόψε που η Κόλαση επέτειο γιορτάζει
Των άδικων θανάτων μου.. των άγριων σιωπών
Το άσπονδο μαχαίρι σου δεν παύει να με σφάζει
Κι εγώ μονάχη πνίγομαι σε θάλασσες λυγμών...
Μια μαύρη βέρα φόρεσα με χρώμα ειρωνείας
Αιώνια ερωμένη σου ποθώντας να γενώ
Μα γίνηκε το σώμα μου βορά της ουτοπίας
Και τάχθηκα αιώνια για σένα να πονώ...
Απόψε που οι χίμαιρες φορέσανε τις μάσκες
Στην αγκαλιά τους ρίχτηκες ποθώντας ηδονή
Μα σαν αποκαλύφθηκαν οι σάπιες τους οι σάρκες
Εσύ τρέμοντας σύγκορμος τράπηκες σε φυγή...
Μια μαύρη βέρα φόρεσα.. θαμμένη στους βυθούς σου
Δίχως ελπίδα ανάδυσης στην άγρυπνη ζωή
Λες και χρωστούσα μοναχή να πίνω τους καημούς σου
Και να ξερνώ στα πέλαγα τη μαύρη σου χολή...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|