| Τραγούδησες ψιθυριστά κρατώντας μια φλογέρα
σα βάρδος σε αμφιθέατρο, στου ήλιου τη μπανιέρα.
Στις λέξεις σου αστράφτανε των άστρων τα πρεβάζια
και άνθιζαν χαρούμενα τα γιασεμία στα τάσια
'Ελαμπες στο χρυσάνθεμο δειλά δειλά στο δείλι
και σήκωσες την κόρη σου σα βιολετί μαντήλι
Εγώ σαν έβγαινα να δω το λιόγερμα σαν πάντα
η Ντάλια σου μου χάιδεψε ανάλαφρα τη γάμπα.
Μου είπε πως κολύμπησες χίλιους ωκεανούς
χρυσά κοράλια μάζεψες πάνω από τους αφρούς
να δώσεις στην πατρίδα μου που τόσο αγαπάς
μα δε σου έιπανε καλέ, ''εδώ πια δε χωράς''.
Τομάρια εμείς φορέσαμε και πίνουμε το χιόνι
και στο βωμό της χειμωνιάς κανένας δεν κρυώνει.
Το χελιδόνι πέταξε, ο γλάρος δε λικνίζει
και στου μεσημεριού το φως ο σπάρος δε γυαλίζει.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|