Δεν έχω πια τίποτε δικό σου.
Ακόμη και το τελευταίο φύλλο δάφνης,
που μου χάρισες,
ξερά κομμάτια, γινήκανε, σε μια γωνιά της τσέπης.
Τα χέρια σου αδρέψανε κι αγριεμένα
ξένεψαν.
Πολύ πεθάναμε! Άλλοι γλυτώσαμε
απ` την αποκοτιά του φρέσκου γρασιδιού.
Πολύ μιλήσαμε! Άλλοι λησμονήσαμε
τα πράσινα λιβάδια με τα νωθρά άσπρα σύννεφα.
Τα χέρια μας, μείναν αδειανά.
Στέγνωσαν στα δάχτυλα οι δροσοσταλιές
απ` τ` απαλό αγέρι.
Γίναν αδρές και αγρίεψαν οι παλάμες.
Ξένες!