| πώς και δεν κράτησα δικό μου ένα κομμάτι όλα τα χρόνια
πως τα ξεδίπλωσα τα έρημα τα φύλλα της ψυχής
πώς μοιάζει ο κόσμος μου με το βαθύ χειμώνα
που δε θα δει μιαν Άνοιξη της προκοπής
Τους φάρους
σε θανατηφόρες καταιγίδες δεν τους είδα
μα ούτε και οι βράχοι τα κόκαλά μου τσάκισαν
τους γλάρους
το πρωί βρήκα νεκρούς/ στο σώμα μου /σφραγίδα
τα μάτια μου ήταν λίμνες / δε ναυάγησαν ...
κι όπως προσπέρασε η μεγάλη ευτυχία
ακόμη ένα καράβι δε σταμάτησε
μ' άρεσε πάντα να τους γνέφω στο καλό
γιατί εγώ περίμενα ουρανό ...
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|