|
Κάθε πως και πόσο με ορίζανε τα καρδιοχτυπητά μου
και σαν κι αυτά κι εγώ βαρύς
και σαν αυτά λησμονημένος
σαν τους παλμούς της εποχής
λιτός βαλτός αναίσχυντος μόνο
δεν ήμουν απ’ αυτούς
που ξέρεις που βαδίζουνε τα βράδια
στις ιαχές των γκρεμισμένων τοιχοδρομίων
της καρδιάς ενός σαπισμένου και
αποκεντρωμένου πανάρχαιου κέντρου
μόνο θαρρώ και εξακολουθώντας σε
έλεγχο ενδελεχή απαιτώ να μπουν τα βήματά μου
στα τετραγωνικά σας θαύματα
των επαιτών τα σπίτια
τις φωτιές, τις πυροσβεστικές
των τιμημένων σωμάτων τις ακέραιες
προσπάθειες να σβήσουν απ’ τα κεφάλια τους
βαθιά καιόμενη και ριζωμένη, ανερχόμενη
της δεύτερης ζωής τους την αγέλαστη ανία
με περιεκτικότητες και ζυγαριές
φορητές στην τσέπη, στα δάχτυλα που
γεμίσαν δαχτυλίδια χρυσά σαν τα κουτάλια
που κατέπιναν σε διαταγή λίτρα, πεντόλιτρα
βενζίνης και χασίς
και να γυρίζουν λεξικά να ξεψαχνίζουνε τις
σάρκες, πρώτο μεδούλι δεξιά
είναι το μεζεδάκι
αστών, υπεραστών, μικροαστών, περαστικών
απ’ τη ζωή και από το θάνατο
απόντες, απέχοντες απ’ το λαό και
στο χορό να παίρνουνε να δίνουν
μπαλωθιές ενενήντα ακέραιες
προγραμματισμένες με πλήρη αρμονία
μοίρες
στα κομπολόγια της ζωής και στα διθέσια
καφενεία να γελάς, εγώ με εσένα
μες στα καλώδια χωμένο και στο χώμα
αιώνια καλωδιωμένο και ανήμπορο σαν το
σκυλί ένα μέτρο βήμα παραπάνω να χαθεί
και να κοπεί και να πεθάνει την αυγή χωρίς
λουρί και με το κόκαλο μία αιώνια και
ανεξήγητη κατάπτυστη οπτασία
στην έξοδο είσαι φορητός, στην είσοδο αρρωσταίνεις
ακυρώνεσαι κι εξαργυρώνεις
καταπιάνεσαι με τις ευχές
τις έξυπνες μάταιες ευχές ελεεινές
γλυκύτατες της Αθηνάς ακόλουθες εξαγνισμένες
σαν προϊόντα εισαγόμενα λαθραία εμπόρια
ξυρισμένες
γελασμένες
πόρνες
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|