| Δώδεκα χρονώ αγόρι
έκανα τον κόσμο πλώρη
κι έπεσα μες στον καιρό
Με μια θάλασσα αβάντα
κι όταν ξύπνησα σαράντα
όλα γύρω μου κενό
Αχ, η κοινωνία σκάρτη
μˊ έχει δέσει στο κατάρτι
και πονώ
Στα χτυπήματα του αγέρα
θα προσμένω μια Δευτέρα
να σωθώ
Σˊ αναζήτησα κορίτσι
όταν έσπασε το βίντσι
και μπατάρησε η πλωριά
Κι όταν έριξα το ζάρι
μου την πέσανε κουρσάροι
σαν αλύπητα θεριά
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|