| ΒΑΣΩ ΜΠΡΑΤΑΚΗ – Η Εποχή των Χαμένων Ποιητών από την Σοφία Στρέζου
Από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΩΔΩΝΗ κυκλοφόρησε το 2012 η νέα ποιητική συλλογή της Βάσως Μπρατάκη «Η εποχή των χαμένων ποιητών»
Παράξενος τίτλος αλήθεια, για μια ποιήτρια που αναζητά το στίγμα της, σε μια εποχή ίσως χαμένη για τους ποιητές. Γιατί ακριβώς, η εποχή είναι που γεννά πολλές φορές τις εμπνεύσεις. Κι όσο πιο δύσκολη η εποχή, τόσο περισσότερο υπάρχει η ανάγκη η τέχνη του λόγου να γίνει το αποκούμπι, η ελπίδα πως μπορούμε, αν όχι να αλλάξουμε, τουλάχιστον να διατηρήσουμε την ψυχική μας ισορροπία. Η ευαισθησία που αναδύουν τα λόγια, επιμηκύνουν τις αντοχές, μας κάνουν καλύτερους, γενναιόδωρους αλλά και δυνατότερους στην αντιμετώπιση οποιασδήποτε δυσκολίας.
Η Βάσω Μπρατάκη συμμαχεί με την αλήθεια, αλλά και με τις ιστορικές προσωπικότητες που σημάδεψαν το φιλοσοφικό της γίγνεσθαι. Έτσι τα ποιήματά της αναδύουν μια γνήσια αισθητική απόλαυση.
Έχοντας παρακολουθήσει από την αρχή την πορεία της στο χώρο της ποίησης, διακρίνω μια μεστή και ώριμη γραφή, στην απεικόνιση των σχημάτων. Είναι εικαστικά ανοίγματα, εξ αιτίας και της ενασχόλησής της με την ζωγραφική. Σηματοδοτεί έτσι μια ιδιόμορφη γραφή, κατοχυρώνοντας το προσωπικό της ύφος στην γεωγραφία της ποίησης. Υπερρεαλισμός αλλά και διακριτικός λυρισμός διηγούνται σπαράγματα ψυχής στις αποχρώσεις των εικονοποιημάτων. Αναβλύζουν αισθητική συγκίνηση με ισόποσες δόσεις στις εμπνεύσεις και στις εξάρσεις του ονειρεμένου ταξιδιού που ακολουθεί. Υπάρχει ένα μέτρο και μια χαλιναγώγηση στο όραμα που ξετυλίγει την δική της αφύπνιση, αφουγκραζόμενη τη σιωπή.
Σμιλεύει λέξεις σε ερωτικά τοπία, συγκρατώντας μια γήινη τρυφερότητα με λιτές αποχρώσεις και αναστοχαστική διάθεση.
Στην ιστορική πραγματεία ανακαλύπτει τους συσχετισμούς και την αντίστιξη με το σήμερα. Μεταδοτά νοήματα από εσωτερικές προεκτάσεις εκτείνονται σε οραματικά πεδία αφήγησης. Διάχυτη η επιβλητική απουσία αλλά και μια παρουσία που συμπαρασύρει τον αναγνώστη στο ιδεατό του υπαρκτού ερωτισμού με υψηλό συναισθηματικό επίπεδο.
ΤΟ ΕΡΩΤΙΚΟ
Τα λόγια μας θα σκοτώσει η μελλοντική σιωπή
την στιγμή που θα απλώνουν οι γλάροι
την γαλάζια σιωπή τους πάνω από το κύμα
μια φεγγερή σιωπή όμοια με το ανάλαφρο πέταγμά τους,
και εσύ θα δείχνεις ολοένα στον καθρέφτη
την ίδια απορία για τα περασμένα
που χαράχτηκαν βαθιά στη μνήμη
και για τα μελλούμενα
αίνιγμα που θα πρωτανοίξει η αυριανή μας ημέρα.
Έπεσε και η τελευταία βροχή
και όμως στα χείλη σου πάντα η ίδια δίψα
από το ερωτικό πλάγιασμα μιας μακρινής νύχτας
σε κάμαρες που έβλεπαν στην θάλασσα
στις κάμαρες όπου πλαγιάσαμε εγώ και εσύ
μυστικοί εραστές μέσα στη νύχτα
Χρόνος και μνήμη υπηρετούν πλούσιες και πολυπρισματικές αποστάσεις, στην αφηγηματογραφία της σύνθεσης. Γυμνάζεται ή να το θέσω πιο σωστά, εκπαιδεύεται στην συμβολική γραφή με γλώσσα ποιητική στη συμπαντική τοπιογραφία της ποίησης. Στερεωμένοι όγκοι χαρτογραφούνται στην υφή του υπεδάφους των συνειρμών, με μυητική διάθεση. Τα ποιητικά οικοδομήματα μεταγγίζουν συγκίνηση στον αναγνώστη. Μακρινοί απόηχοι, άλλοτε φανεροί κι άλλοτε κρυφοί της Σαπφώς και άλλων μεγάλων ποιητών διατυμπανίζουν την ποιητική της διαδρομή σε αναγνώσεις που σημάδεψαν την πορεία της .
Η Βάσω Μπρατάκη καταπολεμά την άγνοια με άμεσες επεμβάσεις αναζήτησης και μάθησης της ιστορικής πραγματικότητας. Δωρική και φιλοσοφική αυτάρκεια στις διακλαδώσεις μιας ομολογούμενης πληρότητας σε στίχους. Διυλίζει λέξη τη λέξη, για να αποδώσει το κομψοτέχνημα της έμπνευσης. Αθροίζει την ακολουθία στα περιγραφικά σχήματα της πλαστικότητας του μύθου και του ονείρου, διατηρώντας ισορροπίες. Ευρηματική η θεματολογία εισχωρεί στα άδυτα του ανέγγιχτου, αγγίζοντας το άυλο που αποκτά ύλη στις διαδρομές του ποιητικού λόγου, αγρυπνώντας. Το ασύμπτωτο γίνεται συμπτωματικό στην ευάλωτη ερωτική διεργασία.
Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ
Βρέχει σιωπή στα όνειρά μου
Πώς κλαίνε σιωπηλά οι νύχτες σου;
Αυτές που ζήσαμε ,εγώ και εσύ
εραστές στον τροπικό του Αιγόκερου.
ξεψυχισμένοι άγγελοι
τα καλοκαίρια που μας άφησαν πίσω,
και απόμειναν οι αγάπες μας
σαν τα ψάρια να σπαρταρούνε
στα σκοτεινά κοράλλια της μνήμης
όταν ο ήλιος έδυε σιωπηλά
προς τα εκεί που έφευγε το πυρόξανθο
αγόρι
Και εσύ να μου ψιθυρίζεις τρυφερά
φέροντας στην κόμη φύλλα χρυσαφιά
σαν το αγόρι που δεν μεγάλωσε ποτέ του
από τον κύκλο των χαμένων ποιητών
πως το φθινόπωρο είναι η εποχή του.
Η ποιήτρια ξυπνά… με λέξεις, παρασυρμένη από τον ενθουσιώδη λεκτικό τους προορισμό, διατηρώντας μια σταθερή ποιητική παρουσία στο χώρο. Συναισθηματικά φορτισμένα λόγια υπόσχονται να συγκινήσουν και τον πιο δύσπιστο αναγνώστη. Φιλοσοφικοί πυρήνες γεννούν στοχασμό που προβληματίζει θετικά και ευανάγνωστα. Αισθαντικές εξάρσεις συνθέτουν την ποικιλομορφία της γραφής της. Με εύκαμπτη και ανεπιτήδευτη γλώσσα εξιστορεί στοχαστικές αναφλέξεις - βραδυφλεγείς στον πυρήνα της φλόγας.
ΤΟ ΠΕΤΑΓΜΑ
Έφυγες χωρίς να πεις τίποτε
για το μυστικό που έκρυβαν τα αγάλματα.
Οι αμυγδαλιές που μου υποσχέθηκες
δεν άπλωσαν κλαδιά παρά μονάχα
στα λευκά όνειρα που νύχτωσαν
παραφυλώντας στον ύπνο των κύκνων.
Γέρασες καλέ μου, αναζητώντας φτερά
μέσα στο δροσερό τραγούδι της θάλασσας.
Αλήθεια πόσο γαλανό είναι το πέταγμα των γλάρων,
και όμως δεν έπαψες να ξεθάβεις τον πόνο
σκοντάφτοντας στην γνώριμη σκληράδα των βράχων
παρόλο που το νιώθεις βαθειά μέσα σου
πως ο ήλιος γερνά μαδώντας τα ίδια χρυσάνθεμα.
Αδελφέ μου τι μπορούμε να κάνουμε;
Τα πουλιά ωριμάζουν μέσα στο ίδιο τους το πέταγμα...
Είναι φορές που ακούς τον λυγμό στις στιχουργικές και αυτόνομες ριπές στις στροφές των ποιημάτων. Το παρελθόν και το μέλλον αλλά και το ρευστοποιημένο παρόν, εναλλάσσονται με ευαισθησία στον κύκλο της «εποχής των χαμένων ποιητών». Υπάρχει μια γλωσσική αρμονία στη λυρική λογική της ποιητικής μα και τρυφερής λιτότητας. Με ανεπιτήδευτη υποβολή ιχνογραφεί υπέρμαχους κραδασμούς, οργανώνοντας το κοινωνικό συναίσθημα που η ανθρώπινη ψυχή περίτεχνα και αρχιτεκτονικά οικοδομεί.
ΩΔΗ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ
Και εσύ έρωτα
εκατόφυλλο πορφυρό μου ρόδο
που γεννήθηκες μέσα από τις φλόγες ,
σαν έκαιγαν οι άπιστοι
μια νύχτα δίχως σελήνη
την Άγια Τράπεζα
όπου φύλαγαν οι θνητοί
τα μυστικά της καρδιάς τους ,
γίνε το κάλεσμα της μούσας
και η ηχώ που ταξιδεύει
στα άηχα μονοπάτια της σιωπής μου,
όταν ο σκοτεινός καβαλάρης
θα καλπάζει στην πολιτεία των άστρων
και το αίμα πέταλα φωτιάς θα σκορπά
στις φλέβες του φεγγαριού
την άγια εκείνη στιγμή
που η μια ψυχή ψάχνει την άλλη
την ώρα που ρέει ο πόθος
σαν κρασί σε χρυσοκέντητο βενετσιάνικο
ποτήρι.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|