|
| Κενό | | | παλιότερα είχα δημοσιεύσει μια μικρότερη εκδοχή του ίδιου κειμένου... | | Ο ταξιτζής μου λέει πόσο τον ενοχλεί η ζέστη. Παραπονιέται που τώρα
τα βενζινάδικα δεν έχουν ελεύθερο ωράριο και βρίζει. Bρίζει γενικά,
αλλά πιο πολύ την κυβέρνηση, τις γυναίκες και τους ομοφυλόφιλους.
Συγκατανεύω κουνώντας το κεφάλι, δεν έχω καμιά όρεξη να διαφωνήσω.
Όταν γυρνάω σπίτι με κυριεύει ένα αλλόκοτο συναίσθημα, νιώθω κενός,
άδειος. Με ενοχλεί, το κενό, και προσπαθώ να το γεμίσω όπως όπως,
ενώ έχω την αίσθηση πως συνεχώς μεγαλώνει. Σα να εξαπλώνεται,
μέρα με τη μέρα, καταλαμβάνοντας όλο και περισσότερο χώρο στα
συναισθήματά μου και στο σώμα μου.
Ο ταξιτζής αναβοσβήνει στο προπορευόμενο αυτοκίνητο τους προβολείς.
Βρίζει ξανά. Δεν έχω όρεξη και συμφωνώ.
Αποσυναρμολογώ τον μύθο της, μεγεθύνω στη σκέψη της, σμικραίνω
στη σάρκα της, φτιάχνω την εικόνα της ξανά, στο μυαλό μου,
παλινδρομώντας ανάμεσα σε γέλια και δάκρυα.
Ξύπνησα νωρίς και ήπια ένα τσιγάρο. Η ζέστη και το κενό υποχώρησαν.
ʼκουγα τραγούδια, αλλά πίσω από την φωνή, άκουγα τα κρουστά με τους
λεπτούς επαναλαμβανόμενους ήχους, το μπάσο να ταράζει τη μεμβράνη
των ηχείων, κάποια όργανα, άγνωστα από την λειψή μουσική μου
παιδεία, να παράγουν όμορφους, χαρούμενους ήχους και αυτή εκεί,
σε μια γωνία του μυαλού μου να λέει το τραγούδι των ανασφαλειών της.
Κουνάω το σώμα μου στους ρυθμούς. Πρέπει να ακούγεται πολύ δυνατά
η μουσική. Τι θα λένε οι γείτονες;
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Πήγα στο "Στρας", ένα μπαρ που συχνάζουν τραβεστί, κοντά στη Συγγρού,
στο ύψος του Φιξ. Δεν ήξερα πως είναι σωστό, συντακτικά, να προσδιορίζω
την λέξη τραβεστί, αλλά όταν άκουσα έναν τύπο, γεμάτο υπεροψία
για τον καθαρό του ανδρισμό, να τις αποκαλεί σε αρσενικό γένος
τότε αποφάσισα να τις αποκαλώ σε θηλυκό γένος, κι ας λέει η γραμματική
ότι θέλει. Αυτή που έχει το μπαρ, αποφάσισε να γαμηθεί μαζί μου, ένα πρωί
που είχαμε απομείνει μόνοι μας, εκεί στα όρθια, όμως, πήρε τηλέφωνο
μια υπάλληλος των "one way", την αλυσίδα καταστημάτων, να με απειλήσει
για τις καθυστερημένες δόσεις, από την αγορά υπολογιστή που είχα κάνει,
και τότε νόμισα πως το ρολόι μου χάλασε, όταν είδα τον λεπτοδείκτη να κάνει
μία διστακτική κίνηση πριν προχωρήσει μπροστά,αλλά δεν είχε τίποτα,
απλά δεν είχα προσέξει ποτέ πριν αυτή την κίνηση.
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Νάτο πάλι το κενό. Έρχεται απροειδοποίητα. Εγκαθίσταται μέσα μου και μοιάζει
να απολαμβάνει την πλήρη υποταγή μου.
Ο ταξιτζής επιμένει να βρίζει, τον ενοχλούν τα χάλια των δρόμων
κι εγώ νιώθω σαν άδειο τσουβάλι, παρατημένο στο κάθισμα του συνοδηγού.
Παρατηρώ τα μπουκάλια στα ράφια του μπαρ.
Τώρα θα είναι σε κάποιο νησί. Θα μιλάει με κάποιον που γνώρισε πριν λίγη ώρα.
Αυτός θα σκέφτεται πως σήμερα θα γαμήσει. Αυτή, πως μπορεί και να τον αγαπήσει.
Ίσως και το αντίθετο. Ίσως και να μην μιλάει με κανένα. Ίσως να φαντάζεται πόσο
όμορφη θα είναι ντυμένη νυφούλα, στον μελλοντικό γάμο της. Πρέπει να μάθω να
ξεχωρίζω το σημαντικό από το ασήμαντο.
Αποζητώ μια αστεία γκριμάτσα.
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Περπατάω. Μ΄ αρέσει να περπατάω το βράδυ. Κατεβαίνω την Θησέως προς την
πλατεία Δαβάκη. Τώρα τελευταία έχουν βάλει φώτα στο πευκοφυτεμένο
διαχωριστικό της λεωφόρου και είναι όμορφα, όμως, ένα ζευγάρι τσακώνεται
μπροστά σε μια βιτρίνα με παπούτσια. Ο άντρας φωνάζει και κουνάει έντονα
τα χέρια του. Η γυναίκα δεν μιλάει, κλαίει. Η συναισθηματική εξουσία σε δράση.
Κάτι αδέσποτοι σκύλοι γαβγίζουν στα αυτοκίνητα που περνούν.
Πρέπει να αγοράσω μια κάρτα Ρanafon.
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Ο ταξιτζής κατηγορεί τους «φλώρους που κατακλύζουν τους δρόμους με το
αυτοκίνητο του μπαμπά» και με κοιτάζει με βλέμμα που απαιτεί να συμφωνήσω.
Δεν του χαλάω το χατίρι.
Το κενό δεν έχει όνομα, όμως είναι δικό μου, ολόδικό μου.
Χάνομαι στο Ιντερνετ και χαϊδεύομαι καθώς ο Φρόιντ, από την βιβλιοθήκη, μου
υπενθυμίζει, βασανιστικά ασταμάτητα, την προσκόλληση μου στο οιδιπόδειο
σύμπλεγμα.
Είπαν πως το πρωί μπορεί να βρέξει καθώς ένα χαμηλό βαρομετρικό πλησιάζει την
Αττική.
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Γελάω με τα ανέκδοτα και βαριέμαι, ανυπόφορα, τις ιστορίες από τον στρατό. Θα
ήθελα να μιλήσω για τον «αλλοτριωμένο άνθρωπο» του Μαρξ, για την «ιδεολογία»
του Αλτουσέρ, για το μόλις τριάντα σελίδων βιβλίο, που πρόλαβε να γράψει ο
Νετσάγεφ πριν πεθάνει μέσα στις τσαρικές φυλακές, για την καταγωγή των
ερωτικών μου προτιμήσεων, για το πως δεν έμαθα ποτέ πως ορίζεται το φυσιολογικό,
πως η κλοπή δεν είναι αδίκημα, πως πάντα ήμουν περίεργος, για το «Callifornia
Dreaming» που άκουγα, επί ώρες. Δεν μ΄ αρέσουν οι μικρές καθημερινές δίκες,
οι απολογίες, οι ομολογίες και οι καταδίκες. Ο ένας στον ρόλο του κατηγορούμενου
και ο άλλος στον ρόλο του εισαγγελέα: "Κατηγορούμενε σήκω πάνω. Η ποινή είναι
να έχεις ξεκάθαρες απόψεις,
στόχους στην ζωή, ιδανικά, ορθότητα, να ενσωματωθείς στο κοινωνικό σύνολο, να
εργαστείς υπέρ του καλού, να εγκαταλείψεις την όποια διαφορετικότητά σου. Σε
εγκαλώ στην νομιμότητα των συμβατικών σχέσεων".
Γελάω με το κενό μου, τις δίκες που ήμουν κατηγορούμενος και αυτές που ήμουν
εισαγγελέας, γελάω με το τραγούδι του μελλοντικού της γάμου.
Να θυμηθώ να αγοράσω ξυραφάκια, μια κονσέρβα με τόνο, βότκα και skip.
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Ο ταξιτζής ζητάει την εξουσία, έστω για μια ημέρα και μου υπόσχεται έναν υγιή
κόσμο, αποστειρωμένο, με οσμή νοσοκομείου και όψη στρατοπέδου. Επίδεσμοι και
ιώδιο στη σκέψη μας. Αποψιλώσεις και υπηρεσίες πληροφοριών στα συναισθήματά
μας.
Το κενό μου βιάζεται.
Μήπως κυλάει στις φλέβες μου; Ιδρώτας τρέχει στο μέτωπό μου. Ένα πορνοσάιτ στο
Ιντερνετ. Ο συγκεχυμένος πίνακας στο μπαρ «Κυάνιο». Μια φωτογραφία γρήγορης
δράσης. Μια πουτάνα, με χαρακωμένα χέρια, που ασθμαίνω πάνω της. Το τατού ενός
ονόματος, λίγο πάνω από το στήθος μιας τραβεστί. Μπάτσοι, με στολές Ράμπο, που
κάνουν σωματική έρευνα σ΄ ένα πρεζάκι. Kάποιος που ψάχνει στα σκουπίδια. Από
μία ξεχασμένη τηλεόραση ακούγεται ο εκφωνητής να λέει τις τελευταίες ειδήσεις.
Μερικά παιδιά παίζουν μπάλα στην πλατεία. Ένας φάκελος κλειστός, πρόσκληση ή
απλήρωτος λογαριασμός; Ζευγάρια σφιχτά αγκαλιασμένα, βγαίνουν,
ονειροβατώντας, από την τελευταία παράσταση του κινηματογράφου.
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Ο ταξιτζής βρίζει. Δεν έχω καμία όρεξη να διαφωνήσω.
«Και μετά το ταξίδι του μέλιτος τι;» «Θα κάνουμε παιδιά, θα τα μεγαλώσουμε
και μετά θα τα παντρέψουμε.» « Και μετά;» «Μετά θα έχουμε το κεφάλαιο που μας
εγγυάται το πρόγραμμα Εθνική Σύνταξη της Εθνικής Ασφαλιστικής» «Για να πάμε
και δεύτερο και τρίτο ταξίδι του μέλιτος» Και μετά την εκσπερμάτωση τι; Το κενό,
απροσδιόριστο, βαθύ, σκοτεινό. Μετά, κατεβαίνω μέσα σ΄ αυτό το απύθμενο πηγάδι
και σαν να επιστρέφω στη προγεννετήσια κατάσταση, κουλουριάζω το σώμα μου
πάνω στο κρεβάτι, τα άκρα μου τείνουν να ενωθούν, κάνω καταμέτρηση απόντων -
προβατάκια οι απουσίες μου - και εύχομαι να με πάρει επιτέλους ο ύπνος.
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Το χέρι μου κάνει γωνία στο ανοιχτό παράθυρο του ταξί. Διακόπτω το παραλήρημα
του ταξιτζή, ρωτώντας αν μπορώ να καπνίσω. Ναι, απαντά και συνεχίζει να βρίζει.
Είχε πει: "δεν θέλω ποτέ να σε χάσω από τη ζωή μου". Ήθελα να της πω λέξεις που
μισώ και λέξεις που αγαπώ, πόσο μισώ τους κόκκινους φασίστες και τους πρώην
φίλους που τώρα έχουν εξουσία, πόσο συμπαθώ τον Τένεσυ Ουίλιαμς και την Σιμόν
Ντε Μποβουάρ αλλά δεν με ρώτησε ποτέ. Αντίθετα, έκανε συνεχείς συγκρίσεις: μια
τσάντα με ένα αυτοκίνητο, ένα βιβλίο με ένα κουτάλι, ένα παντελόνι με ένα κώλο,
μια επιθυμία με μια επιθυμία, έναν άνθρωπο με έναν άνθρωπο, ένα Θεό μ΄ ένα Θεό.
Θέλω να λείπω απο τον ατελείωτο κατάλογο των συγκρίσεών της, έτσι κι αλλιώς
χαμένος θά είμαι."Φάντα, το αναψυκτικό της πιό χάι παρέας".
Είχε πεί: "δεν ξέρω τίποτα για σένα". Ήθελα να της μιλήσω για τον Κάφκα, την Δίκη
του και τον εγκλωβισμένο ήρωά του, τον Χατζιδάκι, την Τζοκόντα του και την
θλιμμένη γυναίκα του, τον Κουροσάβα, τα Όνειρά του και τον στρατιώτη του, που
γυρίζει ζωντανός από τον πόλεμο, κυνηγημένος απο τα φαντάσματα των νεκρών
συμπολεμιστών του, αλλά δεν με ρώτησε. Αντίθετα, στεκόταν μπροστά απο ένα
καθρέφτη, ιδεατά ντυμένη νύφη, φαντασιώνοντας την τελετή του γάμου της. Δεν
θέλω να είμαι καλεσμένος σε τελετές. Θέλω να λείπω απο τους ναρκισσισμούς της.
Το κενό, ξένο, άυλο, σώμα μέσα στο σώμα μου, πνεύμα μέσα στο πνεύμα μου,
συναίσθημα μέσα στα συναισθήματά μου. Θέλω να το αγγίξω, να το νιώσω, να του
δώσω ένα όνομα για να μπορώ να το αποκαλώ, να το κάνω οικείο μου, να το
αγαπήσω σαν παντοτινό και πιστό σύντροφο της ζωής μου: Χρήστος, Νίκος, Ντίνα,
Ράνια, Δώρα, Κώστας, Κατερίνα, Μάνος, Σάκης, Πέτρος, Αποστόλης, Ελένη.
Δυσκολεύομαι να το βαφτίσω.
Κάποιος κορνάρει, πίσω μας.
Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
Μπήγω τα νύχια στην πλάτη μου, σταυρώνοντας χιαστί τα χέρια μπροστά από το
στήθος μου, σα να με αγκαλιάζει με πάθος κάποιος άλλος, άγνωστος, στην
πραγματικότητα ο εαυτός μου. Νιώθω το αίμα να τρέχει στη σάρκα μου, πονάω από
τον σφιχτό εναγκαλισμό του ξένου εαυτού μου. Προσπαθώ να τον απωθήσω μακριά
μου. Η αναπνοή μου βγαίνει βαριά, δεν μπορώ να δω το πρόσωπό του. Μαζεύω όσες
δυνάμεις μου έχουν μείνει και με μία αποφασιστική κίνηση τον σπρώχνω μακριά μου.
Εξακολουθώ να μην τον βλέπω, το μόνο που βλέπω είναι τα νύχια μου γεμάτα από
αίμα και, στο καθρεφτάκι του οδηγού, που είναι ευρυγώνιο, τον ταξιτζή και μένα. Τα
πρόσωπά μας φαίνονται παραμορφωμένα στις μεριές που είναι πιο κοντά στον
καθρέφτη. Τα χείλη του κινούνται συνεχώς καθώς βρίζει την κυβέρνηση, τις γυναίκες
και τους ομοφυλόφιλους, ενώ τα δικά μου είναι κλειστά. Ανοίγουν μόνο για τον
καπνό του τσιγάρου. Μόνο καπνίζω αν και θα ήθελα να πω πολλά, είχα άλλωστε όλο
τον χρόνο. Όμως δεν μίλησα. Απλά, κούνησα το κεφάλι μου συγκατανεύοντας και
τίναξα την στάχτη του τσιγάρου μου, κάτω, στην άσφαλτο.
Τι ήταν αυτό που ένιωθα όταν έλεγε πως με αγαπούσε;
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 16 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
| | |
|
The Phantom Of The Opera 25-01-2006 | se katalavaino apolita.. | | The Phantom Of The Opera 25-01-2006 | poli oreo vas | | anthrakoryxos 25-01-2006 | Απλά Τ Ε Λ Ε Ι Ο!!!!!!!!! | | olga 25-01-2006 | Κάλέ τι γίνεται εδώ?...ενδιαφέρον πάζλ προηγούμενων κειμένων...άνατριχιαστικές οι μεγάλες ευθείες σου..πάρα πολύ δυνατό ως προς το συναίσθημα πού μεταδίδει.. | | MARGARITA 25-01-2006 | Πρέπει να μάθω να ξεχωρίζω το σημαντικό από το ασήμαντο.......αλήθεια τι να εννοούσε όταν έγραφε αυτό;; το βρήκα υπέροχο όλο το πόνημα....κενό...άλλη αίσθηση που την νιώθεις και με τους αναλφάβητους του έρωτα και με τους δήμιους του έρωτα.....Ο Γιάλομ τα λέει καλά Βας θα σου αρέσει!!!!!!!!!! | | olga 25-01-2006 | Κάλεεεεεε..που πήγαν οι ευθείες?????? :) | | olga 25-01-2006 | καλέ ήθελα να πω..όχι κάλε.. :) | | Denis 25-01-2006 | ''Τι να εννοούσε άραγε όταν έλεγε πως με αγαπούσε;''... Εύχομαι να εννοούσε την πλήρωση του κενού μ' αγάπη! Αλλά, κι αν δεν το εννοούσε, αν σ' αγαπούσε, θα 'χες νιώσει αυτή την πλήρωση! :) | | annaΤi 25-01-2006 | Βασίλη θέλω πολύ να το δω.... αλλά δεν αντέχω τώρα.... θα μου κάνεις τη χάρη να μου το θυμίσεις κάποια άλλη στιγμή, ή να μου το ....μεηλ-ίσεις να το δώ άλλοτε, ήρεμα;; ;-) καλό μας ξημέρωμα... | | fevroni 25-01-2006 | θέλω τώρα να βάλω 7 κενά | | fevroni 25-01-2006 | όπως υποσχέθηκα | | fevroni 25-01-2006 | όπως υποσχέθηκα | | fevroni 25-01-2006 | αλλά λέω να το διαβάσω πρώτα | | fevroni 25-01-2006 | αύριο τα κενά | | Αγνή 25-01-2006 | Καλημέρα σου Vas. Αίσθηση σήψης και τρυφερότητας σε ένα!!!! | | fevroni 26-01-2006 | Δεν τολμώ να πατήσω σκέτο το enter (7 φορές) αν και θα σου ΄πρεπε....μου άρεσε τόόόόόσο πολύ!!!!!!!! | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|