| Αχ… αυτή η φλόγα που τρεμοσβήνει παλλόμενη στις ριπές του αέρα και που πυρακτώνει η απανεμιά, πόσες φόρες μας έκαψε και πόσες μας άφησε να αργοπαγώνουμε στη σκιά της. Κι η λάμψη της, που άλλοτε τυφλώνει και άλλοτε δεν αρκεί το φως της, μία μικραίνει τους ίσκιους και τους κάνει να μοιάζουν αδύναμοι, ευάλωτοι και ασθενικοί, και μία υπέρογκοι, άτρωτοι και υπερκόσμιοι.
Τι να φταίει τάχα που δεν είναι σταθερή; Η φλόγα, η καύσιμη ύλη, ή μήπως οι άνεμοι;
Κι εσύ ταλαίπωρε άνθρωπε, θα καείς που θα καείς ΄ γιατί δεν καίγεσαι ήσυχα λοιπόν ανήσυχε;
Φλερτάρεις με την αθανασία και αγνοείς τα ισόβια δεσμά σου με το νόμιμο σύντροφο της ζωής σου. Μοιχέ μου, άνθρωπε… του ονείρου εφευρέτη.
Επωάζεις την αγωνία σου και γεννάς φόβους για να τους καταπίνεις ωμούς, παριστάνοντας τον ήρωα ΄ παραβλέποντας πως είσαι ήδη…
Μακάριε άνθρωπε, ποια στάχτη πέρα απ τη δική σου σκορπίστηκε τόσο ματαιόδοξα στον αέρα;
Και ποιος τάχα τόλμησε να χτίζει παραδείσους πάνω στο ναρκοπέδιο του θανάτου ;
Πόσο ηρωικά ανέμελος βαδίζεις με το φυτίλι που σιγοκαίει ριγμένο στη πλάτη;
Κι αυτό το χαμόγελο, το έμβιο της τραγικότητας σου, πόσο στοργικά το αγκάλιασες και το βάφτισες ευτυχία…
Γιατί λοιπόν ζήλευες πάντα τους θεούς ; Ποτέ δεν το κατάλαβα…
Δεν υπάρχει κανείς που θα σε κρίνει ποιο αυστηρά απ ότι εσύ τον εαυτό σου άνθρωπε…
Ησύχασε…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|