| Έξω έβρεχε
κι εσύ στεκόσουν από πάνω μου.
Δάκρυζες, και τα δάκρυα σου έπεφταν μέσα στα μάτια μου.
Μια μάχη στις άκρες των δαχτύλων μας.
Μια μάχη στις σχισμές των πληγών μας
τις ανοιχτές.
Έξω έβρεχε και τα δάκρυα σου έπεφταν μέσα στα μάτια μου,
παλλόμενοι να ανθίζουμε και να παγώνουμε μαζί με τις εποχές
οι λέξεις μας να κυλούν επάνω στο σώμα το πληγωμένο,
τα φτερά που ριζώνουν στις πλάτες μας,
η θάλασσα στα χείλη,
η τρικυμία στο δέρμα.
Τα μάτια σου έλαμπαν στο σκοτάδι
δυο σφαίρες που οπλίζουν σε κάννες και μπαρούτι,
δύο εδάφη στρογγυλά που γυρίζουν γύρω από των πανσέληνων τις
τέλειες γραμμές.
Δρόμοι κάθετοι, να τέμνονται στην επαφή επάνω,
στην τρύπες της αβύσσου οι λεπίδες σου.
Έξω ο κόσμος γινόταν σιγα σιγα μια θύελλα
κι εμείς ανάψαμε φωτιές.
Ο αέρας λίγος, κάθε ανάσα και πιο λίγος,
στα δάχτυλά μας η ζωή που προκαλέσαμε,
στα δάχτυλα που με βία ενώνονται οι πληγές να εξαγνίζονται,
να γεννιούνται παιδιά, ζωές στις ανοιχτές μας παλάμες.
Στις γραμμές των χεριών μου οι χάρτες σου να πλέουν,
τα μάτια μου ο καθρέφτης κι η πληγή σου,
τα φιλιά μου τα μυστικά κι ο φόβος σου.
Έξω έβρεχε
και τα δάκρυα σου έπεφταν κατακόρυφα
μέσα στα μάτια μου
και δεν ήξερα πια αν κλαίς εσύ ή εγώ
ή αν έκλαιγε ο κόσμος μέσα στο σκοτάδι
μόνος εκείνος, μαζί εμείς
με δάκρυα στα μάτια.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|