|
Έξω είναι η βραχνή πόλη και ο ουρανός που μυρίζει οινόπνευμα
Είναι τα ανεμοδαρμένα δέντρα, οι στάσεις των λεωφορείων και οι περαστικοί με τις ομπρέλες
Η στεντόρεια φωνή του αέρα γερνά τα κλαδιά που σπάζουν υποταγμένα
Και το νερό της βροχής τρέχει σαν μια ανάμνηση που δεν τελείωσε.
Μουντζούρες του ουρανού και κρύο
Η άσφαλτος γυαλίζει σαν
δωδεκάβολτο λαμπιόνι
Ο χρόνος ποταπή ιδιοκτησία.
Εγώ που ξέρω από ματαιότητα βαθαίνει ο νους μου και πάλι
Ζητώ τις ανηφόρες τις στρωτές.
Στο ρολόι μου οι δείκτες συλλαβίζουν
Τρίτη φθίνουσα
Καθώς γεμίζει βρύα θρησκευτικότητας ο χαρίεις Δεκέμβριος.
Εκεί να σε βρω που η φαντασία μου τρέχει κατά την θάλασσα
Κι εσύ κανονίζεις τα δέοντα να έχουνε οι άγγελοι νερό και
τα κορίτσια που αγαπάω παράδεισο!
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|