| Μια σάρπα,σαν ίριδα,ανέμιζε
κι'έτρεχε σ'όλους τους ήλιους.
Είναι κάτι μετάξινα ράκη
που ποτέ πια δεν θ'απλωθούν στους αγέρες
σαν παντιέρες χαράς.
Τους θεούς των ανοίξεων γκρέμισα.
με συντρίμια θεών
μιαν ανήλια αποθήκη γέμισα.
Βρόντηξα την καρδιά μου,
σαν ρόδι,
χάμου
κι'είδα σκόρπια ρ ο υ μ π ί ν ι α.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 8 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|