| [B][I][align=center]Στεκόμουν στο παράθυρο
Σήμερα μέχρι που είδα την δύση του Ήλιου
Έχω σπιτικό πιοτι και λέω εδώ πάνω στο βουνό να κάτσω μέχρι να ξαναβγεί
Και να κουνήσω
Απέναντι βλέπω τα καντήλια να αναβοσβήνουν στο ελαφρό αεράκι
Ω τζωνυ κιαν έκανες λεφτά εκεί ένα καντηλάκι σε ποτίζει
Ω τζωνυ κιαν έκανες λεφτά εκεί ένα καντηλάκι σε ποτίζει
Ότι καιρό και αν έχει εγώ πίνω το σπιτικό μου
και συ απ την πόλη ροβόλησες να
Τρυπώσεις
εδώ σ αυτή την γη
Μια ξεδοντιάρα μάγισσα ψώνισα σήμερα και ανεβήκαμε μαζί στο φράγμα κοιτάζαμε
Ώρα το νερό
Μέχρι που άρχισε να τρίβεται στα πόδια μου
και είπα καιρός να φύγουμε
Θα ήθελα ένα καπέλο
Όχι να βγάζει κουνέλια
να εξαφανίζει ξεδοντιάρικα φυτά που παίρνω στο πιοτί
Απ την άλλη ο χειμώνας της ψυχής μου βαστά καλά
δεν είμαι για πολλά
Άπλα πλαναρω
στα ρυάκια οι σπαρτιες αρχίζουν να ανθίζουν χαμηλά
Μικρά κίτρινα λουλουδάκια
Κάθομαι και χαζεύω τα σύνορα της ύπαρξης με την νόηση
Σε ένα καφενέ στο χωριό που δεν ξέρω
Μίλησα
Κιαν προσπάθησα
δυο κοινότυπα είναι πολύ
Το ξέρω
Το ξέρω
πρέπει να μοιραστούμε αυτά που γνωρίζουμε αλλά
Εγώ δεν γνωρίζω
δεν αναγνωρίζω τίποτα
Υπάρχουν τόσες πολλές μέρες που αν καθίσω ακίνητος
Δεν θα με κατουρήσει σκύλος για μέρες
και όσο βυθίζομαι τόσο
το μπλουζ να με βγάζει στον αφρό
έτσι σαν μια νότα που δεν μπορείς να την αγγίξεις
απλά την φτιάχνεις με το στόμα
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|