Σαν απαγορευμένο καρπό σε σκέφτομαι
και μεγαλώνεις σαν το λουλούδι με ποτό
και στ’ άρωμα του πόθου ν’ αντιστέκομαι
μα άλλο πια δεν το μπορώ να προσπαθώ
να σ’ αρνηθώ
σαν απαγορευμένο καρπό σε σκέφτομαι
σαν το παλμό μιας κρυφής μου αδυναμίας
απλώνεσαι σαν δέντρο σαν προσεύχομαι
μες το μυαλό μου σε μια σκέψη ομηρίας
κρυφής λατρείας
σαν το καπνό πολύ πυκνό να με τυλίγει
σαν αμαρτία που δεν ξέρει να κρυφτεί
δεν ειν' αυτή που προσπαθεί να αποφύγει
ότι θα φύγει και ξανά ποτέ δεν θα φανεί
κι ειν’ ο καρπός τόσο γλυκός που βασανίζει
και ας το ξέρω άμα το κόψω πως θα χαθώ
και δεν μπορώ να μην γευτώ ότι μ’ ορίζει
σ ‘αυτό το θάνατο τον ποιο βαθιά ειρωνικό
μα ερωτικό
και να το νέκταρ σου που στάζει ως τα χείλη
γλυκό φαρμάκι η γουλιά , με τελειώνει τελικά
η ομορφιά αυτήν του κόσμου που μ’ αφήνει
να σε γευτώ μες του μυαλού την ξενοιασιά
τώρα ας φύγω με συντροφιά … τη μοναξιά