Μια σαμπρέλα θα φουσκώσω με αέρα του βουνού
να την πάω στα χειλάκια του πιο άγριου γκρεμού.
μπας την πάρει ο αγέρας και την φέρει στη γωνιά
που βοσκάνε από χρόνια πρόβατα μαζί μ αρνιά .
Η σαμπρέλα μ` αν τρυπίσει στα πουρνάρια του γκρεμνού
θα θυμώσω και θα κλέψω απ το δέρμα απ ενός αμνού
μπάλωμα για να το βάλω και να κλείσει το καρέ
κι έπειτα θα πάρω τσάϊ, μάρκας ``μαύρου τερερέ``*
Ω Ελλάδα μου οσμούσα, απ το μέλλον σου απούσα
κράτος έχεις μα δεν έχεις κι απ το αύριο σου απέχεις,
ο αγέρας του βουνού δεν θα σου προσφέρει νου,
μόνο ανάσα με διαύγεια για την ``κάρα σου την Άγια``.
*Τερερέ: Τσάι των βακέρος
στις πάμπες της Αργεντινής και Βραζιλίας.