Μιά μέδουσα εμέθυσε προχθές
σ' ένα βυθό που όλο έσταζε φωτιές
μιά μέδουσα μεγάλη, στρογγυλή
που ίσως κράταγε στα χέρια τη σιωπή !
Κολύμπησε για χρόνια μοναχή
σε θάλασσες που θύμιζαν κελί
μεγάλωσε και έκανε παιδί
μα τό'χασε μιά νύχτα σαν γυαλί !
Κι από τότε σαν κοχύλι ξεψυχάει
το μικρό της νοσταλγεί και τραγουδάει
κι από τότε έπαψε να αγαπάει
μόνο σέρνεται στο κύμμα και τα σπάει !
Μιά μέδουσα γαλάζια κλέβει φώτα
πάντα νιώθει πως δεν νιώθει σαν και πρώτα
του βυθού βλέπει κλειστή πάντα την πόρτα
κι ανασαίνει της αλμύρας της τα χνώτα !
Δεν γερνάει μες του χρόνου την πορεία
κουβαλάει μιά τεράστια ιστορία
μια μέδουσα εμέθυσε προχθές
μες της θάλασσας τις άγριες στεριές !