| Ο αήρ φυσούσε κατά κόρον…
Η μικρή Βασδέκη έριξε την πλουσιοτάτη κόμη της επί της αριστεράς κνήμης και συνέχισε να σκαλίζει την μύτη της…
Η τελευταία αλλαξοκαιριά την είχε αγγίξει βαθειά… κάτι σαν έρωτας…
Η τελευταία αλλαξοκαιριά συνάμα, της είχε στερήσει ό,τι πιο αγαπημένο κι ακριβό είχε στην σύντομη και πολυτάραχη ζωή της…
Τον Βλαδίμηρο και την visa αρρήκτως συνδεδεμένων...
Ένας λυγμός την συγκλόνισε σύγκορμη μετά βδελυγμίας…
Προσπάθησε να βάψει το μακρύ νύχι του αριστερού παραμέσου...
Δεν τα κατάφερε… αρκέστηκε στου παραέξου…
- Δε γαμιέται… σκέφτηκε… ας πάει και το παλιάμπελο, με δυο γύρες θα βγάλω τα σπασμένα…
Φόρεσε το φωσφορίζον κοραλλί χοτ παντς ή κάπως έτσι, βρήκε και μια ξεϊγκλωτη χελωνί (άνιμαλ πριντ στο λαδί) μπλούζα στ’ άπλυτα και ξεκίνησε μέσα στην πηχτή νύχτα…
Η πηχτή νύχτα την ακολουθούσε και εισέβαλε στα ρουθούνια της κι όπου αλλού έβρισκε…
Το μικρό ξενοδοχείο ήταν κλειστό λόγω ασθενείας…
Κάθισε στο σκαλάκι…
Έγειρε στο πλάϊ και ξεψύχησε…
Κανείς δεν πρόσεξε την μακριά γάμπα που τινάχτηκε τέσσερις φορές κι έπεσε μ’ έναν βαρύ γδούπο στο πλακάκι...
Μια ρανίδα αίμα φώναξε:...
- Το στουπί μυγοχέσματα…
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|