| Από το δέλτα του καλοκαιριού
κι από το άλφα του κενταύρου νικημένος
άπλωνε τις χούφτες του σαν συνοφρυωμένες ομπρέλες
βρέχει κι ας μην το βλέπετε, μας φώναζε,
κι έκανε τάχα πως συνέλλεγε ψιχάλες απ’ το ανέφικτο
βρέχει κι ας μην το βλέπετε
έχω κρατήσει από την τέφρα των ονείρων σας
με λίγη στάχτη θα σας κάνω να το δείτε,
τούτη η φωνή από τα βάθη των αιώνων
κι ύστερα γιούχα και εμπαιγμοί
ένας τρελάθηκε ακόμα, πάει,
βρέχει κι ας μην το βλέπετε
στα μάτια σας εφημερεύει η αμαρτία
κι ήτανε θεέ μου τόσο νωρίς και τόσο αργά
το σπίτι έμοιαζε με φουσκωτό δελφίνι
οι τοίχοι έμπαζαν κύματα μοναξιάς
ένα τραγούδι από άστρα και επίμονες δικαιολογίες
λάθος ακόρντα και φωνές παροδικές,
βρέχει κι ας μην το βλέπετε
κι άρχισα να φωνάζω μες στον ύπνο μου
της επανάληψης η κόρη λες και ήρθε
κάτσε της είπα ν’ ανταλλάξουμε απόψεις
και να μου πεις για τον ωραίον κατακλυσμό,
τα ξέρεις κιόλας και αλήθεια –αποκρίθηκε-
να την κι αντέχει η δική σου η κιβωτός
κοιτώ και βλέπω με τα μάτια σφαλισμένα
το ποίημα τούτο με κατάρτια όλο φως.
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 2
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|