|
Ιστορία 2η
Η ΓΕΦΥΡΑ
(Προσωπική ιστορία πελάτισσας)
Βγήκα από τον οδοντίατρο υπερήφανη για το νέο απόκτημά μου, μία πλατινένια γέφυρα με πέντε ολόασπρα δόντια, μου κόστισε πολύ πόνο και σχεδόν δυο μισθούς, Ο γιατρός ήταν φίλος, θα τον ξεπλήρωνα με δόσεις, αυτό με παρηγορούσε. Κοιτάζω το ρολόι. Άργησα. Βρίσκομαι ψηλά στη Σόλωνος. Είχα πάρει δυο ώρες άδεια από το γραφείο και πρέπει να πάω και στα Κ. Τ. Ε. Λ. να στείλω ένα φάρμακο στη μάνα μου στο Λουτράκι. Ευτυχώς με σώζει ένα άδειο ταξί.
Μπαίνω, κάθομαι πίσω, «στα Κ. Τ. Ε. Λ. του λέω και χραπ δαγκώνω το μάγουλό μου. Μουγκρίζω από τον πόνο. Πονάω πάρα πολύ. Καλά να πάθω ήθελα να κάνω δύο εξαγωγές και να βάλω αμέσως τα δόντια. Αχ, αυτή η κοκεταρία μου! Προσπαθώ να βγάλω τη γέφυρα, με το μαντήλι μου, ευγενικά, μην και δει το θέαμα ο ταξιτζής που με παρακολουθεί από το καθρεφτάκι του. Τελικά το πέτυχα! Βάζω το μαντήλι με τη γέφυρα στην τσάντα-ταγάρι μου. Αηδές θέαμα…
Φτάνουμε στα Κ. Τ. Ε. Λ. Τελειώνω τη δουλειά, το ταξί με περιμένει, επιστρέφω στην οδό Αθηνάς όπου είναι το γραφείο μου. Ο πόνος έχει καταλαγιάσει, πάω κατευθείαν στην τουαλέτα να ξαναβάλω τη γέφυρα. Ψάχνω στην τσάντα-ταγάρι το μαντηλάκι με τα δόντια, τίποτα, άφαντα τα δόντια. Αμάν, τι τα έκανα; Πού τα έβαλα; Δεν θέλω να πιστέψω ότι δεν τα έβαλα μέσα. Αδειάζω την τσάντα. Τίποτα. Η γέφυρα έχει κάνει φτερά…
Έξαλλη με τον εαυτό μου, πηγαίνω τρέχοντας στο Αστυνομικό Τμήμα της Ομόνοιας. Στο δωμάτιο όπου απέξω έγραφε Αξιωματικός Υπηρεσίας, υπήρχαν τρία γραφεία με αστυνομικούς, τους καλημερίζω και τους λέω:
- Μη γελάσει κανείς σας.
- Τι πάθατε;
- Έχασα… Πριν τελειώσω τη φράση μου πετιέται ένας αστυνομικός και με ειρωνικό χαμόγελο με συμπληρώνει…
- …το παιδί σας;
- Όχι τα δόντια μου. Κραυγάζω με τσεβδή φωνή.
Νομίζω ότι ακόμη γελάνε τ΄ αφιλότιμα νιάτα ! ! !
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|