| Ήλιος και αλμύρα ντύσανε τα μαύρα σου μαλλιά
σαν πρόβαλες μονάκριβη στην έρμη ακρογιαλιά
αρχαίου γλύπτη έργο του το σώμα σου θαρρείς
μα μέσα βράζει το αίμα σου… πίστη μη λησμονείς.
Γλιστράς, λικνίζεσαι γοργά μες το νερό με χάρη
φιλοξενία αποζητάς στης θάλασσας τα κάλλη
ζηλεύει κι ο άνεμος ετούτη τη στιγμή
και τρέχει, λέει κι αυτός δειλά μια προσευχή.
Κοχύλια πολύχρωμα ο βυθός στα χέρια σου απλώνει
μηνύματα αλλοτινών καιρών σ’ αυτά ενσωματώνει
κι εσύ σειρήνων προφητείες αναζητάς… μα τέλος προσπερνάς!!
Ξεχνάς πως το ερώτημα αυτό δεν σε λυτρώνει
μα φεύγεις χάνεσαι αλλού, εκεί δεν νιώθεις μόνη
και όταν γυρίζεις πια, τι θέλεις να πεις; Το ξέχασες ξανά… μην προσπαθείς.
Είναι πλανεύτρα η θάλασσα σε μάγεψε θαρρείς
και στόλισε χαμόγελα στον κόσμο σου ευθύς… μην απορείς.
[/align]
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|