| Νύχτωνε βαθιά στις χαραμάδες
έλεγαν πως κρυφοκοίταζε ο θεός.
Οι άνθρωποι από νωρίς φορούσαν τις πυτζάμες τους
όπως φοράει κανείς το πρώτο δέρμα της ζωής του
Πλέναν’ τα δόντια τους καλά και τακτικά
(όχι τα στόματα τους)
για τη γλώσσα τους, ως ήταν φυσικό,
λόγος ούτε να γίνεται.
Λάβαιναν μια στάση εμβρυακή
πριν κοιμηθούν ∙
το κρεβάτι τους μια λάθος μήτρα
εν καιρώ πατριαρχικό.
Φρόντιζαν να πουν μια καληνύχτα μεταξύ τους
το ίδιο βαρετό εθιμοτυπικό
αιώνες τώρα
νύχτωνε βαθιά στις χαραμάδες
το φεγγάρι μεσίστιο και σιτεμένο αφ’ υψηλού
τα σεντόνια φρεσκοπλυμένα
τα μαξιλάρια με πούπουλα χήνας
και πού καιρός για φως
και για εξόρυξη εαυτών.
Εάλω το όνειρο.
Το όνειρο, εάλω!
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 3
| | | | | | |
|