| Μες τα φθαρμένα μου παπούτσια τριγυρνώ
μέσα στης πόλης τα στενά Σάββατο βράδυ
κάπου να νοιώθω το φεγγάρι αναζητώ
για με φοβίζει η νυχτιά και το σκοτάδι
Ζωσμένος βρίσκομαι με νάιλον μπουφάν
που έχει χτυπήσει η βροχή και ο αέρας
κουλουριασμένη η ψυχή με σελοφάν
να αποζητάει σαν τρελή το φως της μέρας
Σε ένα μου σπίρτο προσπαθώ να στηριχθώ
κάνε το θεέ μου να ανάψει το τσιγάρο
μες τους καπνούς απ’το τσιγάρο να κρυφτώ
στο σύννεφο του μια στιγμή για να μπαρκάρω
Είναι οι σκέψεις αλαφιασμένες της στιγμής
τρέχουν ανέμελα σε ράγες δίχως τραίνο
δε θα ξοδέψει λέξεις για μένα ο ποιητής
μα θα είμαι εκεί όπως και πριν να περιμένω
Στις ξεχασμένες τις λαχτάρες οδηγός
χωρίς καν όνομα χωρίς λοιπά στοιχεία
μες τις ολότητες μονάχος ναυαγός
να σχεδιάζω του ονείρου τη ληστεία
Σε παραμύθια που δεν έχουν βασιλιά
που δεν γνωρίζεις ούτε αρχή πότε τελειώνει
ένας ανώνυμος θα φτιάχνει πινελιά
και θα κοιτάς όπως και πρώτα απ’το μπαλκόνι
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|