|
| Στοχογράφημα | | | Το τηλέφωνο κτυπάει και κτυπάει και κτυπάει. Δε σκάω, ας κτυπάει. Θα δώσω σημασία μια φορά και σε μένα. Το τηλέφωνο κτυπάει. Δεν θα το απαντήσω. Το τηλέφωνο κτυπάει. Παρακαλώ; Ποιός είναι; Η καρωτίδα μου κτυπάει... | | Κουβαλάω μέσα μου τη γυναίκα της ζωής μου.
Κανείς δεν το πιστεύει όταν το κλαψουρίζω,
μόνο ο πραομάντης ειρηνοφόρος που χάθηκε
και θα μηνύσει με κλαυθμηρίσματα την αγάπη:
Να πιεις αθώρητο νερό απ' το Βακού,
θα πουν πως ήσουν ο άσωτος κι επέστρεψες.
Τετρακισχίλιες φωνές και τραγωδίες άμαχες
όταν περνά ο Κινέζος με τα καναρίνια.
Μα ο καθένας κάνει αυτό που θέλει στα
κοσμοδρόμια.
Μ' ένα οστέινο σπαθί κόβει τα χρόνια του
και την ατμήρη ύπαρξη του πριν ξυπνήσει.
Θα ξεριζώσω την καρδιά που μ' ενοχλεί από μικρό
τώρα που η άνοιξη μάς αποζημιώνει άκυρα
με καλοκαιρινά τεχνάσματα και ευτυχίες.
Μα πάντα ένα σύννεφο ζηλιάρικο
θα μου σκεπάζει με θράσος τον ήλιο.
Δε ρίχνω τις ταχύτητες σωστά στο δρόμο,
ήσουν το πιο εκτυφλωτικό μου γαλάζιο
κι έμεινε στο δωμάτιό μου σχεδόν νεκρή
μια σιγαροκοπτική μηχανή και παγγνωσία.
Γι' αυτό και παύομαι από τη μοναξιά που καίει,
τα τριξίματά της πλανιούνται ακόμα αιμόφυρτα
σε σφηκοφωλιές που τις ταρίχευσε ο χρόνος
και η φυλόλεκτος μιας άδειας καστροπολιτείας
έριξε μυρμηγκόσκονη στα όνειρά μας και χάθηκε,
έπαιξε με την προσμονή και την πραγμάτωση.
Τον μικρό Νίκο τον βίασε μια νύχτα η ψυχή του
για να συλλάβει την εγγύτητα του αδιέξοδου.
Έκλεισε τα μάτια της επιζητούμενης λήθης.
Οι κύκλοι του γίνονταν τετράγωνα
ώσπου συνάντησε μια θάλασσα με 4 ακτές
και όλο συγκρουόταν στις γωνιές αξεπέραστα.
Είναι ωραίοι εξοργιστικά οι ποιητές
ευτυχώς που δε θα μάθω ποτέ να γράφω,
θα πάω μόνο να σταθώ μπροστά στη θάλασσα
και χωρίς αναστολές θα τη ρωτήσω
αν όλα αυτά τα χρόνια ήξερε και δε μου έλεγε
αν τα καλοκαίρια που τη συναντούσα
προσπαθούσε κάτι να μου πει στα κρυφά.
Κι αν ίσως χρειαστεί να αναμετρηθούμε...
Ο πρόεδρος μας ήρθε στη συνέλευση γυμνός,
συμβατική μιμική, οι αποφάσεις λήφθηκαν:
να καεί η γοητεία της κάθε Μαρίας,
αυτό θα είναι το καλοκαίρι των μαχών,
φωτιά στα αντιδραστικά μαχαιρώματα,
το σ' αγαπώ να γράφεται σα μια λέξη.
ʼστε με να φύγω. Πρέπει να μαζέψω τα ρούχα μου.
30 Μαρτίου 2006
Αστυάνακτας.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 11 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
| | |
|
kapnosa-v-ainigma 07-04-2006 | Ολο πολύ ωραίο αλλά αυτό με το Νικο που τον βιάσε μια μέρα η ψυχή του για να συλλάβει την εγγυτητα του αδιεξόδου...Τι να πω!!!Υπέροχο! | | ΝΤΕΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ 07-04-2006 | Μου αρεσε αν και το βρηκα παραξενο για το φτωχο μυαλο μου...τα σεβη μου και να εισαι παντα καλα !!!!!! | | MAKHS KAURISMAKHS 07-04-2006 | πολύ ωραίο Αντρέα | | ΠΑΡΑΠΟΙΗΤΗΣ 07-04-2006 | Φίλε Ανδρέα ίσως περιττό που το λέω όμως τα περισσότερα που γράφεις στο χαρτί λες και τα γράφεις και μέσα μου. Δεν υπερβάλλω. Την καληνύχτα μου. | | montekristo 07-04-2006 | Δεν μπορω να πω ότι το καταλαβα... χαθηκα μεσα στα στιχοσοκάκια σου και μ άρεσε... | | μπρουχίτα 07-04-2006 | Με παίδεψε πολύ πριν να μου ανοίξει την πόρτα και να με αφήσει να το νιώσω το "στοχογράφημά" σου, αλλά χαλάλι.. Μπράβο σου!! | | anthrakoryxos 07-04-2006 | Μπράβο! | | Αγνή 07-04-2006 | Στη θάλασσά σου στάθηκα...... | | Δήμητρα 08-04-2006 | Σίγουρα το στοχογράφημα σου βρήκε το στόχο του...Γράφεις υπέροχα! Και να ρωτήσω και κάτι άσχετο,είσαι απο την Κύπρο?Λόγω του ονόματος σου ρωτάω. | | Pascal 22-04-2006 | Μια χαψιά και καίρια. Έτσι ονοματίζω τις ποιητικές σου παραμέτρους. Ένα οντολογικό πάλεμα με αρχαίους Θεούς που μας πείραζαν με τα καμώματα τους. Πάλεμα με το ποιητικό θηρίο που σε κυβερνά. Και νικητής εσύ. Matia Pascal. | | Ανδρέας Ανδρέου 08-05-2006 | Ναι είμαι από Κύπρο. | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|