| Κοιμάμαι και σε λίγο βλέπω μία χώρα,
μέσα στην πρωτεύουσα της παίζουνε παιδιά,
βλέπω τους ενήλικους εδώ και μια ώρα
και δεν τα φωνάζουνε μα παίζουνε μ’ αυτά.
Είναι των ονείρων μου η χώρα μακριά,
απέχει απ’ τον κόσμο της ωμής αλήθειας.
Ονειροχώρα μου με του κόσμου τα καλά,
έξω απ’ τη ρουτίνα σταθερής συνήθειας.
Κόσμος που ‘χει τα λεφτά, άφθονα και φυσά,
δίνουν στο φτωχό λαό χρήματα και καρδιά
και οι μετανάστες μας που ‘ρθαν στην Ελλάδα,
δε μας νοιάζει που ‘μαστε όλοι μια ομάδα.
Βλέπω τ’ αυτοκίνητα κολλημένα τρένα,
μα δεν ακούω κόρνες, μα ούτε και φωνές,
σέβονται τις ζωές μας, συμπαθούν τα φρένα,
οδηγοί δεν τρέχουνε, δεν πέφτουνε βρισιές.
Βλέπω δουλειάς όρεξη, νέο προσωπικό
και ας μην έχεις προσόν κι ας σιγά μαθαίνεις.
Βλέπω κι εδώ να δείχνουν μεγάλο σεβασμό,
πλέον στην ανεργία ποτέ δε σωπαίνεις.
Βλέπω και το σχολείο με τα πολλά παιδιά,
ανέμελα γυρίζουν, σπίτι μεσημέρι,
ο δάσκαλος πάντα καλός τα διδάσκει καλά
χωρίς να έχει τουπέ τάχα ότι ξέρει.
Βλέπω κόσμο σκεπτικό μέσα στη φαμίλια
για να τα βγάλει πέρα ως οικονομικώς,
δε χρειάστηκε ποτέ να μάθει στα μίλια,
δε χρειάστηκε ποτέ να νιώθει σα νεκρός.
Μα πάνω απ’ όλα βλέπω, έναν κόσμο άλλο,
έναν γης παράδεισο σαν την παλιά Εδέμ.
Έναν δικό μου κόσμο έφτιαξα μεγάλο,
μα η ωμή αλήθεια δεν πάτησε ποτέ.
Κι η ονειροχώρα μου μια παραδεισένια,
πλούσια έχει καλά, ζωή ποιότική.
Αχ ονειροχώρα μου, ‘σύ παραμαθένια,
πέφτω ξανακοιμάμαι για να ‘σαι ζωντανή.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|