| Στην αρχή ήταν μια ιδέα. Μια ανώριμη ιδέα ανεξαρτησίας που στήριζε τις κενές προσπάθειες για κάτι ακατάληπτο το οποίο η έλλειψη ουσιαστικότητας στην αγάπη αδυνατούσε να στηρίξει. Σε κείνα τα χρόνια της πρώιμης ωριμότητας και σκέψης, ο χρόνος είχε την εικόνα μιας απόμακρης και διακριτικής υπηρεσίας των υποχρεώσεων κι αν όχι εχθρός φάνταζε κομμάτι της ρουτίνας που λόγω της ιδέας έπρεπε να νικηθεί.
Αργότερα, με την ταξιθέτηση των ορμών και των επιθυμιών από τις κοινωνικές συμβάσεις που πάντοτε στην πρώτη επαφή τους με το νεοεισελθόν άτομο είναι βίαιες κι επιτακτικές, έγινε όνειρο. Η μόνη διαφορά με την προηγούμενη, φαινομενικά αθώα, φανταστική κατάσταση ήταν η πυγμή που συνεχώς αυξανόμενη διακατείχε τον χαρακτήρα από την αστική διδαχή πως η εγγύτητα στην ενηλικίωση οφείλει να σημαίνει την διαδικασία παραγωγής έργου, ανάλογα με την εκάστοτε περίπτωση. Μία αίσθησης υποτίμησης για τον χρόνο εμπνεόταν, ανάλογη με την αύξηση της αίσθησης ελευθερίας που ξεχυνόταν σαν ηφαίστειο απ'την ρωγμή στους δεσμούς ανάμεσα στην υπακοή σε ακατανόητους κανόνες και στην ιδεατή ανεξαρτησία που απαιτούνταν για την παραγωγή του έργου. Εκείνη η υποτίμηση θαρρώ πως ήταν η πρώτη εχθροπραξία της νόησης στην συναίσθηση.
Δεν είμαι βέβαιος αν συλλογίζομαι τον εαυτό μου ή αν είμαι τόσο βαθιά και ασυναίσθητα εξισωμένο τμήμα του κοινωνικού πλέγματος ώστε τελικά αναφέρομαι σ'αυτό. Δεν είμαι βέβαιος επίσης για το αν η συμπύκνωση του χρόνου στην στιγμή είναι το παρόν ή το παρελθόν κι έτσι αγνοώ την επίδραση του χρόνου πάνω μου. Ανάμεσα, λοιπόν, στο κυνήγι του επιθυμητού και στην αναζήτηση του χαμένου χρόνου είναι η θλιβερή ισορροπία της ύπαρξης. Εύλογη η απορία για το πώς είναι δυνατόν μια καλοζυγισμένη νοητική κατάσταση να περιέχει θλίψη κι ομολογώ πως με απασχολεί τακτικά. Έχω την εντύπωση πως τίποτα δεν έχει απλώς την μορφή του. Οτιδήποτε έχει την μορφή του σε σχέση με κάτι άλλο ή ακόμα χειρότερα εξαιτίας κάποιου άλλου. Έτσι λοιπόν, σε ένα αιώνιο σύστημα που ισορροπεί εξαιτίας της ακροβασίας των τμημάτων του, η ισορροπία ενός δεν μπορεί παρά να θεωρείται χυδαία κι ενίοτε επικίνδυνη. Ο βιαστικός ακροβάτης κριτής θα προλάβει να συμπεράνει πως προσπαθώ να περιαυτολογήσω, να εντυπωσιάσω, να εξυψωθώ, να κρύψω την έλλειψη καλλιτεχνικού ταλέντου και διάφορα άλλα πιθανολογώ, η αλήθεια όμως είναι άλλη. Αισθάνομαι. Κι αυτή είναι η εκδίκηση της συναίσθησης στην νόηση.
Προσπαθώντας να κατανοήσω την ευτυχία ως γεγονός και όχι ως ιδέα, μου γεννήθηκε η σκέψη πως είναι το θετικό πρόσημο του αθροίσματος της φθοράς από τον χρόνο και της ανακούφισης που προσφέρει, είναι όμως τόσο παρανοϊκό όσο περίπου το να προσπαθεί κανείς να αγκαλιάσει τον αέρα, δεδομένου ότι φθορά και ανακούφιση γεννιούνται αδιάκοπα η μία από την άλλη. Έτσι, από το παιδαριώδες λάθος στην συλλογιστική μου πορεία, βρήκα το ασφαλέστερο καταφύγιο στον κίνδυνο της αποξένωσης απ΄την πραγματικότητα.
Η ουσιαστικότερη βεβαιότητα από τα χρόνια εκείνα της πρώιμης ωριμότητας ως και σήμερα (που ενδεχομένως κάποτε κι αυτό θα μοιάζει πρώιμο) είναι η ύπαρξη. Τα συστήματα, οι κοινωνίες, ο χρόνος και η συνήθης ευτυχία είναι απορρίμματα που αλληλομορφοποιούνται μιας και η έλλειψη ουσιαστικότητας στην αγάπη αδυνατεί να απομακρύνει. Η ύπαρξη στο πριν και το πάντα, στο εδώ και το οπουδήποτε, η συνύπαρξη. Η νόηση και η συναίσθηση εκδικούνται η μια την άλλη λόγω της ανισορροπίας μεταξύ ισορροπούντων και μη στα διάφορα συστήματα κι αυτό δεν είναι άλλο από την θλίψη. Μπορεί να μην κατόρθωσα να ορίσω την πραγματική ευτυχία αλλά ορίζοντας την θλίψη κατανοώ πως όσο παιδαριώδες είναι ν'αγκαλιάζεις τον αέρα, άλλο τόσο είναι να μην αγκαλιάζεις ανθρώπους.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 0 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|