| συνέχεια Α ΜΕΡΟΥΣ ........ τις καλύτερες εντυπώσεις. Διατηρούσα τακτική επικοινωνία μαζί της στο Παρίσι όπου βρισκόταν. Πλησίαζαν Χριστούγεννα, είχα μια περίεργη αίσθηση. Ήθελα πολύ να τη δω, να τη σφίξω στην αγκαλιά μου, να μιλήσουμε. Είχα τόσα πολλά να της πω. Η σκέψη της με απογείωνε σαν έφηβο στο πρώτο ραντεβού. Είχα κανονίσει να συναντηθούμε στο Παρίσι. Όταν της το είπα, προσπάθησε να με αποτρέψει με το πρόσχημα ότι προγραμμάτιζε ένα ταξίδι με φίλους στο Λονδίνο για μία έκθεση ζωγραφικής. Αυτό με ξάφνιασε, κατάφερα όμως να την πείσω να μην το κάνει και ετοίμασα τον εαυτό μου γι’ αυτό το ταξίδι, χωρίς να βλέπω τίποτε άλλο, είχα μάλιστα την ιδέα να πάω δύο μέρες νωρίτερα. Της είχα πάρει και ένα δαχτυλίδι. Τα είχα σκεφτεί όλα, τον τρόπο που θα της το έδινα, τη στιγμή, το περιβάλλον. Είχα κλείσει θέση για την προπαραμονή των Χριστουγέννων.
Όταν έφτασα στην πόλη του φωτός ήταν απόγευμα Σαββάτου. Πήρα ένα ταξί. Με υποδέχθηκε έκπληκτη, όπως έναν καλό φίλο. Ήταν με μία φίλη της, τη Μισέλ. Δεν ήταν αυτό που περίμενα, αλλά ήμουν πολύ χαρούμενος και ανυποψίαστος. Έπλεα σε πελάγη ευτυχίας για τις λίγες μέρες που θα περνούσα μαζί της. ήταν ευκαιρία να γνωρίσω το Παρίσι που το επισκεπτόμουν για πρώτη φορά. Τις μέρες που έμεινα μαζί της, η Μισέλ ήταν πάντα μαζί μας, τόσο που άρχισα να εκνευρίζομαι. Έφευγε μόνο τη νύχτα, το πρωί ήταν πάντα εκεί. Κάποια στιγμή τόλμησα να παραπονεθώ γι’ αυτό. Η απάντηση ήταν αποστομωτική : «Η Μισέλ είναι το alter ego μου», «Και εγώ τι είμαι;», «Άλλο το ένα, άλλο το άλλο» είπε συνοφρυωμένη. Δεν κατάλαβα τι εννοούσε, αλλά δεν το έψαξα. Το ταξίδι αυτό ήταν μία απογοήτευση. Άρχισαν να με ζώνουν μαύρα φίδια, υποψίες με βασάνιζαν. Τις απόδιωχνα όμως, αρνούμενος να δεχθώ την πραγματικότητα.
Η επικοινωνία μας συνεχίσθηκε μέχρι το καλοκαίρι. Αραιά τηλεφωνήματα που τα έκανα συνήθως εγώ, εκείνη σπάνια. Ανάμεσά μας ύψωνε έναν τοίχο που προσπαθούσα να τον γκρεμίσω. Μάταια όμως. Ήταν φανερό ότι η σχέση μας οδηγούνταν στο τέλος και ότι εκείνη έκανε την επιλογή της στο πρόσωπο της Μισέλ. Δεν τολμούσε να μου το αποκαλύψει, με άφηνε στις υποψίες μου. Εξακολουθούσα όμως να ονειρεύομαι, να δέχομαι την αδιαφορία της και να ελπίζω. Ήταν κάτι σαν αρρώστια, από την οποία δεν ήθελα να γιατρευτώ. Τότε πήρα ένα τηλεφώνημα από τον Φίλιππο που βρισκόταν σε μία συνδιάσκεψη στο Παρίσι εκπροσωπώντας την Ελλάδα. Μου αποκάλυψε αυτό που υποψιαζόμουν «Ξέχνα την» μου είπε «Δεν σου αξίζει». Εγώ όμως επέμενα, σχέση βέβαια δεν υπήρχε παρά μόνο στο μυαλό μου, μα οι δεσμοί του μυαλού και της ψυχής είναι πιο δυνατοί από οποιαδήποτε πραγματικά δεσμά. Έπρεπε να κυλήσει πολύς καιρός να το χωνέψω και να το αποδεχθώ. Και αυτό θα αργούσε πολύ.
Έτσι, κύλησαν άλλα δύο χρόνια προσπαθώντας να ξεχάσω. Όμως, κάτι είχε αλλάξει μέσα μου, αλλά και γύρω μου. Δεν εμπιστευόμουνα πια τις γυναίκες, απέφευγα κάθε γνωριμία, κάθε νέα σχέση. Η εικόνα της με κυνηγούσε για πολύ χρόνο. Έγινα απόκοσμος και μοναχικός σα να περνούσα μια βαριά αρρώστια. Προσπαθούσα, να ισορροπήσω τα πράγματα, να αντιμετωπίσω ρεαλιστικά την πραγματικότητα και αυτό απαιτούσε λογική που εγώ δεν είχα. Η επικοινωνία με το Φίλιππο είχε σχεδόν αποκοπεί. Και ενώ εκείνος πνιγόταν σε άλλα πράγματα εγώ βούλιαζα στη δική μου μοναξιά.
Μια μέρα καθώς ξεφύλλιζα την εφημερίδα έπεσε το μάτι μου σε μια πρωτοσέλιδη φωτογραφία. Με τράβηξε η λιζάντα : «Σώθηκε στο παρά πέντε». Η φωτογραφία κάτι μου θύμισε. Διάβασα την είδηση και τότε κάτι άστραψε στο μυαλό μου. Ήταν ο Άλκης. Άρπαξα το τηλέφωνο. Δεν το σήκωνε κανείς. Επέμεινα. Τίποτα. Πήρα το πρώτο αεροπλάνο. Τηλεφώνησα στο σπίτι. Έμαθα που νοσηλευόταν και κατάλαβα τι συνέβη. Βρήκα τον Φίλιππο στο διάδρομο του νοσοκομείου να καπνίζει ασταμάτητα. Κοιταχτήκαμε, δε μιλήσαμε, αγκαλιαστήκαμε «θα το ξεπεράσει, κουράγιο» του είπα. Ο Άλκης πράγματι ξεπέρασε τον κίνδυνο και σε λίγες μέρες γύρισε στο σπίτι. Από δω και πέρα άρχισε ένας άλλος γολγοθάς, αυτός της απεξάρτησης.
Ο Άλκης μετά από πολλές ενέργειες του πατέρα του κατάφερε να μπει σε ένα πρόγραμμα μεθαδόνης που θα οδηγούσε στην πλήρη απεξάρτηση.
Εν τω μεταξύ, ο Φίλιππος παραιτήθηκε από επίτροπος, θεωρούσε τον εαυτό του υπεύθυνο, τον βάραιναν ενοχές «Κοίταξα την καριέρα μου και όχι το παιδί μου» έλεγε συνεχώς. Ήταν εκείνη η στιγμή, η αναπότρεπτη ώρα του απολογισμού που μπορείς να σκύψεις βαθιά μέσα σου, να δεις καθαρά τα πράγματα, να κάνεις μία ανασκόπηση ψυχής, ν’ αναγνωρίσεις τα λάθη σου, αντικρίζοντας κατάματα την αλήθεια, ν’ αναθεωρήσεις πράγματα και να αλλάξεις ρότα ζωής. Αρκεί βέβαια να δεις την αλήθεια μέσα σου χωρίς διάθεση αποφυγής ευθυνών και χωρίς την πρόθεση της προσωρινότητας, να βρεθείς «ενώπιος ενωπίω» με τον εαυτό σου. Διαφορετικά, δεν έχει κανένα αποτέλεσμα, δε λειτουργεί ανατρεπτικά και δεν ωφελεί σε τίποτα, γιατί πολύ γρήγορα ξαναγυρίζεις στα ίδια έτοιμος να επαναλάβεις τα λάθη σου.
Αυτή λοιπόν ήταν η ώρα του Φίλιππου. Ο χρόνος θα έδειχνε αν πράγματι ήταν η δική του ώρα της αλήθειας. Θα ήταν σίγουρο ότι το κεφάλαιο πολιτική είχε κλείσει οριστικά γι’ αυτόν. Το γεγονός αυτό με απορρόφησε κυριολεκτικά. Το μυαλό μου ήταν στην Αθήνα. Ξέφευγα σιγά – σιγά από το βούλιασμα των αναμνήσεων. Με απασχολούσε η πορεία της υγείας του Άλκη. Χρειαζόταν μεγάλος αγώνας από όλους. Όλα τα άλλα ήρθαν σε δεύτερη μοίρα.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|