|
| Αρκούδα της πόλης | | | Καλή εβδομάδα σε όλους! | | Βάρα το ντέφι, αρκουδιάρη, και εγώ θα σου χορεύω,
όσο στη μύτη έχω χαλκά, κάρβουνα κάτω απ' τις πατούσες...
Εσύ με βρώμικο κουστούμι
κι εγώ θηρίο χωρίς λαγούμι,
χωρίς φωλιά να κοιμηθώ και δίχως τόλμη να αγριεύω.
Κι ας απορούνε οι κουτοί οι θεατές
που όλο φρίκη και αηδία με κοιτάζουν.
Και πού να τό ξεραν, δειλοί και υποκριτές,
πόσο στις μίζερες ζωούλες τους μου μοιάζουν...
Βγαλ' το καπέλο, αρκουδιάρη, για να δουν την αρχοντιά σου,
όσοι με δέος με κοιτούν μες στον λερό ετούτο δρόμο...
Δυο τρίχες πάνω στο κρανίο
και μια ουλή από χειρουργείο,
ήταν η μόνη η φορά που σε ξεπλήρωσα με πόνο.
Θαρρείς οι αρκούδες πως δεν έχουν περηφάνια,
μες στο κλουβί εδώ το ξέχασα κι εγώ...
Μα όταν τα κάρβουνα σωθούν καίει η ορφάνια
αυτή που κάνει και το θύμα κυνηγό.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 23 Στα αγαπημένα: 2
| | | | | | |
| Το χέρι μου άπλωσα, ψυχή μου, και σε βρήκα, τσιγγάνα μες στην αυτοκρατορία των συμπτώσεων. | | |
|
errikos_rwot 12-01-2015 @ 14:26 | Εξαιρετικό!
'' Βάρα το ντέφι, αρκουδιάρη, και εγώ θα σου χορεύω,
όσο στη μύτη έχω χαλκά, κάρβουνα κάτω απ' τις πατούσες...''
https://www.youtube.com/watch?v=IcoXXuTROy0
::smile.:: | | ΒΥΡΩΝ 12-01-2015 @ 14:28 | ΣΠΕΣΙΑΛ.......
έως και ΠΟΛΥ ΣΠΕΣΙΑΛ...!
::theos.:: ::rock.:: ::theos.:: | | κομπλεξικός 12-01-2015 @ 15:22 | ΜΠΡΑΒΟ. | | ΑΝΤΗΣ 12-01-2015 @ 15:28 | ωραιο | | ΚΟΥΡΕΛΗΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ 12-01-2015 @ 18:06 | Κι ας απορούνε οι κουτοί οι θεατές
που όλο φρίκη και αηδία με κοιτάζουν.
Και πού να τό ξεραν, δειλοί και υποκριτές,
πόσο στις μίζερες ζωούλες τους μου μοιάζουν...
Καταπληκτικό Αγάπη !!! ... ::1255.:: ...
καλησπέρα !!! ... ::382.:: ...
. | | kotsani 12-01-2015 @ 18:34 | Κι ας απορούνε οι κουτοί οι θεατές
που όλο φρίκη και αηδία με κοιτάζουν.
Και πού να τό ξεραν, δειλοί και υποκριτές,
πόσο στις μίζερες ζωούλες τους μου μοιάζουν...
Βαθιά τα νοήματα και τα λόγια σταράτα.
Καλησπέρα Αγάπη!
::up.:: ::hug.:: | | Sofitsa 12-01-2015 @ 19:14 | Θα συμφωνήσω με το Βύρωνα! ::hug.:: | | kostas maris 12-01-2015 @ 19:39 | ΟΛΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ , μες στην επικαιρότητα ... | | **Ηώς** 12-01-2015 @ 20:36 | ΕΞΑΙΡΕΤΙκο Αγάπη!!!! ::rock.:: ::theos.:: ::kiss.:: | | ταπεινος ναρκισσος 12-01-2015 @ 21:02 | Με συλλογισμένη και ταξιδευομένη περηφάνεια αντιπαρέρχεσαι
στην αλήθεια του φιλοσοφημένου λόγου σου Αγάπη! | | Αναπάντεχος 12-01-2015 @ 21:12 |
H ΧΟΡΕΥΤΡΙΑ
Χόρευε σε πλατείες σε γάμους πανηγύρια
Σε δρόμους σε τσαντίρια
Μένα χαλκά μια αλυσίδα και ένα ντέφι
Μας έκανε το κέφι
Η αρκούδα το Kουκλάκι
Στο τέλος της παράστασης
Έκανε την Βουγιουκλάκη
Το παιδικό μου βλέμμα δεν έβλεπε το ψέμα
Μια Κυριακή σένα καφενείο έδινε παράσταση
Δεν ήμουν μακριά της και είδα τα δάκρυα της
Βασίλισσα στα παιδικα μου μάτια
Όμως η καρδιά μου έγινε κομμάτια
Δεν ξέρω η χορεύτρια μετά από τόσα χρόνια
Αν ζει αν χορεύει ακόμα
Τα μάτια της είχαν ένα χρώμα
Που μου΄λεγαν φτάνει πια
Πόσο θα χορεύω ακόμα
Το ανέβασα 30-01-2013 στο χαρίζω γιατί το αγαπάω και φυσικά γιατι με συγκίνησε και το δικό σου | | νετη541 12-01-2015 @ 22:30 | ...μακάρι να μοιάζαμε λιγάκι-φοβάμαι ότι απέχουμε πόρρω... | | Tessi 12-01-2015 @ 22:44 | Μα όταν τα κάρβουνα σωθούν καίει η ορφάνια
αυτή που κάνει και το θύμα κυνηγό.!!!! | | aridaios 12-01-2015 @ 23:25 | Θαρρείς οι αρκούδες πως δεν έχουν περηφάνια,
μες στο κλουβί εδώ το ξέχασα κι εγώ... ::rock.::
ΣΤΕΙΛΤΟ ΣΤΟΝ ''ΑΡΚΤΟΥΡΟ''
ΘΑ ΤΟ ΕΚΤΙΜΗΣΟΥΝ ΠΟΛΥ ::up.:: | | ακριτας 14-01-2015 @ 00:40 | ::theos.:: Εξαιρετικό!
::theos.:: Εξαιρετικό!
::theos.::Εξαιρετικό! | | mari-go 14-01-2015 @ 01:27 | Τόσο έντονο ... τα βέλη της αλήθειας μάτωσαν την σκέψη μας...
Υπέροχο!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
::yes.:: ::yes.:: | | adespotoi 14-01-2015 @ 05:50 | και συ Αγάπη να γράφεις ανθρώπινα όσα νιώθεις πάντοτε.
καλό ξημέρωμα σε όλους στο stixoi.info,
σας ευχαριστώ θερμά. ::theos.:: ::smile.:: ::smile.::
http://youtu.be/uHRnhVRAQ0E | | Περιγραφικός 14-01-2015 @ 11:38 | Καλη μερα να εχεις :) | | Βασίλης Μ. 16-01-2015 @ 12:36 | Κι ένα πανέμορφο ποίημα του Άγγελου Σικελιανού...
Ἱερὰ Ὁδός
(1935)
Ἀπὸ τὴ νέα πληγὴ ποὺ μ᾿ ἄνοιξεν ἡ μοίρα
ἔμπαιν᾿ ὁ ἥλιος, θαρροῦσα, στὴν καρδιά μου
μὲ τόση ὁρμή, καθὼς βασίλευε, ὅπως
ἀπὸ ραγισματιὰν αἰφνίδια μπαίνει
τὸ κύμα σὲ καράβι π᾿ ὁλοένα
βουλιάζει.
Γιὰ ἐκεῖνο πιὰ τὸ δείλι,
σὰν ἄρρωστος, καιρό, ποὺ πρωτοβγαίνει
ν᾿ ἀρμέξει ζωὴ ἀπ᾿ τὸν ἔξω κόσμον, ἤμουν
περπατητὴς μοναχικὸς στὸ δρόμο
ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα κ᾿ ἔχει
σημάδι του ἱερὸ τὴν Ἐλευσίνα.
Τί ἦταν γιὰ μένα αὐτὸς ὁ δρόμος πάντα
σὰ δρόμος τῆς Ψυχῆς.
Φανερωμένος
μεγάλος ποταμός, κυλοῦσε ἐδῶθε
ἀργὰ συρμένα ἀπὸ τὰ βόδια ἁμάξια
γεμάτα ἀθεμωνιὲς ἢ ξύλα, κι ἄλλα
ἁμάξια, γοργὰ ποὺ προσπερνοῦσαν,
μὲ τοὺς ἀνθρώπους μέσα τοὺς σὰν ἴσκιους.
Μὰ παραπέρα, σὰ νὰ χάθη ὁ κόσμος
κ᾿ ἔμειν᾿ ἡ φύση μόνη, ὥρα κι ὥρα
μίαν ἡσυχία βασίλεψε. K᾿ ἡ πέτρα
π᾿ ἀντίκρισα σὲ μία ἄκρη ριζωμένη,
θρονί μου φάνη μοιραμένο μου ἦταν
ἀπ᾿ τοὺς αἰῶνες. K᾿ ἔπλεξα τὰ χέρια,
σὰν κάθισα, στὰ γόνατα, ξεχνώντας
ἂν κίνησα τὴ μέρα αὐτὴ ἢ ἂν πῆρα
αἰῶνες πίσω αὐτὸ τὸν ἴδιο δρόμο.
Μὰ νά· στὴν ἡσυχία αὐτή, ἀπ᾿ τὸ γύρο
τὸν κοντινό, προβάλανε τρεῖς ἴσκιοι.
Ἕνας Ἀτσίγγανος ἀγνάντια ἐρχόταν,
καὶ πίσωθέ του ἀκλούθααν, μ᾿ ἁλυσίδες
συρμένες, δυὸ ἀργοβάδιστες ἀρκοῦδες.
Καὶ νά· ὡς σὲ λίγο ζύγωσαν μπροστά μου
καὶ μ᾿ εἶδε ὁ Γύφτος, πρὶν καλὰ προφτάσω
νὰ τὸν κοιτάξω, τράβηξε ἀπ᾿ τὸν ὦμο
τὸ ντέφι καί, χτυπώντας το μὲ τό ῾να
χέρι, μὲ τ᾿ ἄλλον ἔσυρε μὲ βία
τὶς ἁλυσίδες. K᾿ οἱ δυὸ ἀρκοῦδες τότε
στὰ δυό τους σκώθηκαν, βαριά.
Ἡ μία,
(ἤτανε ἡ μάνα, φανερά), ἡ μεγάλη,
μὲ πλεχτὲς χάντρες ὅλο στολισμένο
τὸ μέτωπο γαλάζιες, κι ἀπὸ πάνω
μίαν ἄσπρη ἀβασκαντήρα, ἀνασηκώθη
ξάφνου τρανή, σὰν προαιώνιο νά ῾ταν
ξόανο Μεγάλης Θεᾶς, τῆς αἰώνιας Μάνας,
αὐτῆς τῆς ἴδιας ποὺ ἱερὰ θλιμμένη,
μὲ τὸν καιρὸν ὡς πῆρε ἀνθρώπινη ὄψη,
γιὰ τὸν καημὸ τῆς κόρης της λεγόνταν
Δήμητρα ἐδῶ, γιὰ τὸν καημὸ τοῦ γιοῦ της
πιὸ πέρα ἦταν Ἀλκμήνη ἢ Παναγία.
Καὶ τὸ μικρὸ στὸ πλάγι της ἀρκούδι,
σὰ μεγάλο παιχνίδι, σὰν ἀνίδεο
μικρὸ παιδί, ἀνασκώθηκε κ᾿ ἐκεῖνο
ὑπάκοο, μὴ μαντεύοντας ἀκόμα
τοῦ πόνου του τὸ μάκρος, καὶ τὴν πίκρα
τῆς σκλαβιᾶς, ποὺ καθρέφτιζεν ἡ μάνα
στὰ δυὸ πυρά της ποὺ τὸ κοίτααν μάτια!
Ἀλλ᾿ ὡς ἀπὸ τὸν κάματον ἐκείνη
ὀκνοῦσε νὰ χορέψει, ὁ Γύφτος, μ᾿ ἕνα
῾πιδέξιο τράβηγμα τῆς ἁλυσίδας
στοῦ μικροῦ τὸ ρουθούνι, ματωμένο
ἀκόμα ἀπ᾿ τὸ χαλκὰ ποὺ λίγες μέρες
φαινόνταν πὼς τοῦ τρύπησεν, αἰφνίδια
τὴν ἔκαμε, μουγκρίζοντας μὲ πόνο,
νὰ ὀρθώνεται ψηλά, πρὸς τὸ παιδί της
γυρνώντας τὸ κεφάλι, καὶ νὰ ὀρχιέται
ζωηρά.
K᾿ ἐγώ, ὡς ἐκοίταζα, τραβοῦσα
ἔξω ἀπ᾿ τὸ χρόνο, μακριὰ ἀπ᾿ τὸ χρόνο,
ἐλεύτερος ἀπὸ μορφὲς κλεισμένες
στὸν καιρό, ἀπὸ ἀγάλματα κ᾿ εἰκόνες·
ἤμουν ἔξω, ἤμουν ἔξω ἀπὸ τὸ χρόνο.
Μὰ μπροστά μου, ὀρθωμένη ἀπὸ τὴ βία
τοῦ χαλκὰ καὶ τῆς ἄμοιρης στοργῆς της,
δὲν ἔβλεπα ἄλλο ἀπ᾿ τὴν τρανὴν ἀρκούδα
μὲ τὶς γαλάζιες χάντρες στὸ κεφάλι,
μαρτυρικὸ τεράστιο σύμβολο ὅλου
τοῦ κόσμου, τωρινοῦ καὶ περασμένου,
μαρτυρικὸ τεράστιο σύμβολο ὅλου
τοῦ πόνου τοῦ πανάρχαιου, ὁπ᾿ ἀκόμα
δὲν τοῦ πληρώθη ἀπ᾿ τοὺς θνητοὺς αἰῶνες
ὁ φόρος τῆς ψυχῆς.
Τί ἐτούτη ἀκόμα
ἦταν κ᾿ εἶναι στὸν Ἅδη.
Καὶ σκυμμένο
τὸ κεφάλι μου κράτησα ὁλοένα,
καθὼς στὸ ντέφι μέσα ἔριχνα, σκλάβος
κ᾿ ἐγὼ τοῦ κόσμου, μιὰ δραχμή.
Μὰ ὡς, τέλος,
ὁ Ἀτσίγγανος ξεμάκρυνε, τραβώντας
ξανὰ τὶς δυὸ ἀργοβάδιστες ἀρκοῦδες,
καὶ χάθηκε στὸ μούχρωμα, ἡ καρδιά μου
μὲ σήκωσε νὰ ξαναπάρω πάλι
τὸ δρόμον ὁποὺ τέλειωνε στὰ ῾ρείπια
τοῦ Ἱεροῦ τῆς Ψυχῆς, στὴν Ἐλευσίνα.
K᾿ ἡ καρδιά μου, ὡς ἐβάδιζα, βογγοῦσε:
«Θά ῾ρτει τάχα ποτέ, θὲ νά ῾ρτει ἡ ὥρα
ποὺ ἡ ψυχὴ τῆς ἀρκούδας καὶ τοῦ Γύφτου,
κ᾿ ἡ ψυχή μου, ποὺ Μυημένη τηνὲ κράζω,
θὰ γιορτάσουν μαζί;»
Κι ὡς προχωροῦσα,
καὶ βράδιαζε, ξανάνιωσα ἀπ᾿ τὴν ἴδια
πληγή, ποὺ ἡ μοίρα μ᾿ ἄνοιξε, τὸ σκότος
νὰ μπαίνει ὁρμητικὰ μὲς στὴν καρδιά μου,
καθὼς ἀπὸ ραγισματιὰν αἰφνίδια μπαίνει
τὸ κύμα σὲ καράβι ποὺ ὁλοένα
βουλιάζει. Κι ὅμως τέτοια ὡς νὰ διψοῦσε
πλημμύραν ἡ καρδιά μου, σᾶ βυθίστη
ὡς νὰ πνίγηκε ἀκέρια στὰ σκοτάδια,
σὰ βυθίστηκε ἀκέρια στὰ σκοτάδια,
ἕνα μούρμουρο ἁπλώθη ἀπάνωθέ μου,
ἕνα μούρμουρο,
κ᾿ ἔμοιαζ᾿ ἔλλε:
«Θὰ ῾ρτει.»
(ἀπὸ τὸ Λυρικὸς Βίος, E´, Ἴκαρος 1968) | | Giorgio Alpha 17-01-2015 @ 14:27 | Μπράβο σου! : ) | | πανσελινος 18-01-2015 @ 19:59 | Μ Π Ρ Α Β Ο ! ! ! ! ! !
Θαρρείς οι αρκούδες πως δεν έχουν περηφάνια,
μες στο κλουβί εδώ το ξέχασα κι εγώ...
Μα όταν τα κάρβουνα σωθούν καίει η ορφάνια
αυτή που κάνει και το θύμα κυνηγό. ::theos.:: | | Μαυρομουστάκης 24-08-2017 @ 17:11 | Μίλησε ο ΒΥΡΩΝ
σου λεω και γω
ποίημα βραβείων
σε ονείρου οδό
ΟΝΕΙΡΕΜΕΝΟ!!!!!! | | ακριτας 24-08-2017 @ 21:20 | ::theos.:: ::rock.:: ::theos.:: | | |
Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο
|
|
|