| Μια οικεία ωχρότητα τριγυρνάει τον ουρανό μου
στην καρδιά μου τη βάζω ή από εκεί αναδύεται;
Σμίγουν τα χρώματα στο έναστρο κενό μου,
φτιάχνουν την απόχρωση του μαύρου που εκλύεται
Σαν ελπίδα ένα σύννεφο περνάει και πάλι χάνεται
πέφτει πάνω μου η βροχή του και με μουσκεύει
Σε αυτό το κενό ποια ελπίδα πλέον φαίνεται,
αφού κάθε σταγόνα της στο άπειρο εδρεύει
Κι αν πέσει καμιά φορά πάνω στον εαυτό μου
την φτύνει σαν αρρώστια κι εκείνη τον καίει
Παλεύουν για το φως μα νικάει το κενό μου,
ένα γερασμένο παιδί που ποτέ του δεν φταίει
Κι όταν γίνει οξύ θα κάψει την πλάση
αυτή η βροχή θα βγει απ' τα σωθικά μου
Τότε ίσως μάθω κι εγώ ποιος θα χάσει
μα θα 'ναι αργά να το αντέξουν τα μυαλά μου
Γεμάτη πληγές από ένα σύννεφο που ρίχνει ελπίδες.
Ένας εαυτός που ξέρει μόνο να πληγώνει.
Μια καρδιά που γι' αγάπη δεν έχει βαλβίδες.
Κι αυτό το κενό που όσο πάει και μεγαλώνει...
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|