|
Το σπίτι μου το είπε η θάλασσα και θυμωμένο
στέριωσε ανάμεσα στις λεμονιές.
Αναμέριζε ο λεβάντες στις κουρτίνες του παραθυριού
και τα βουνά ανάφαιναν μέσα στο δείλι ροδαλά
κι ανάλαφρα που λες θα τα ’παιρνε η πνοή του Αυγούστου.
Εγώ ήμουν πάντα μέσα σ’ ένα όνειρο φχαριστημένος.
Το λουλούδι είχε πει το ποίημα του εκεί και
μυρισμένο το σύμπαντο της σκέψης μου από τη φεγγοβόλα ανάσα του,
ατιθάσευτες άφηνε τις μουσικές να πα να σμίξουνε του άπειρου
μες τον άλλο κόσμο τον δικαιωμένο.
Τριγυρισμένος αγιόκλημα λοιπόν.
Κάπου πέρα, στα θαλασσινά χαράματα, προσηλωμένος όπου
έβγαινε ο ήλιος ο διαλαλητής ενός «πιστεύω» άλλου-
κοντανασαίνοντας πήγα στο εικόνισμα του πόθου μου
μπροστά ν’ ανάψω το κερί μου και να:
βρήκα πάντα μέσα σ’ ένα όνειρο εγώ
να ‘μαι φχαριστημένος – όμως
ο κόσμος ,
έξω του,
καίγονταν στην οδύνη του της πιο πικρής ζωής!
Άραγε τι να ναι που μας μαγνητίζει της ψευτιάς
και δεν μας αφήνει να δούμε
και που τολμάμε η τόλμη μας όλη στράφι
γιατί λάθος τόλμη είναι
και άδικος μόχθος.
Ή μήπως το αίνιγμα μας θα μας σβήσει κάποτε
όταν θα βρει την λύση του από κάπου- Πήγαινα
αρνητής.
Και που αρνιόμουν, νάσου να μου έρχεται
καπαπάνω το αρνημένο μου
και στανικά να θέλει να με πείσει η ανάγκη
έτσι είναι.
Η βωβή αλήθεια προσγειώθηκε στο μυαλό μου
σούρουπο μελαγχολικό-
και είπε λόγια δύσκολα.
Είχα το χέρι τεντωμένο μέσα στο άδυτο του φεγγαριού
και
αίσθηση!
ένοιωσα να σκιρτάει στα δάκτυλά μου το αίνιγμα
που ζήλευε μια λύση.
Το σπίτι απαλά έφυγε για να ναυαγήσει μες τα σύννεφα
που το 'πιανε από δίψα.
Οι κουρτίνες του μια φορά αναμέρισαν φυσώντας ο άνεμος
και
είδα το κάστρο των ανθρώπων
να το φρουρεί η εκδίκηση καθώς
έμεναν ολομόναχοι
αυτοί
μες τον ατόφιο εγωισμό τους.
Αυλίδα 10/8/82
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|