| Μια μέρα που καθόμουνα , κάτω από μια κολώνα,
Η μύτη μου με έτσουξε ,ένοιωσα το χειμώνα .
ʼρχισα να φτερνίζομαι , με έπιασε και ζάλη,
Έβαλα και θερμόμετρο, θερμοκρασία μεγάλη.
Σε ένα γιατρό έτσι έτρεξα ,γεμάτη αγωνία
Και μου 'πε πως στο ιγμόρειο ,κόπηκε η κυκλοφορία,
Σκέφτηκα πώς με κόλλησε ο Μέγας Ναπολέων ,
Γιατί μπαντάνα φόραγα , των πειρατών γενναίων
Κι αυτός όλο μηνύματα ,έστελνε κάθε μέρα,
Ενώ εμέ η μύτη μου δεν έπαιρνε αέρα .
Έτσι κι εγώ του απάντησα ,πώς είμαι μαύρο χάλι
Πως πρέπει αντιβίωση να πιώ ένα μπουκάλι.
Όμως αυτός επέμενε να πάμε μια βόλτα,
Και έτσι το αποφάσισα και άνοιξα την πόρτα,
Έλα όμως που έβρεχε και ήθελα ομπρέλα
Κι αυτός μες το πολύ νερό ,έψαχνε για σαμπρέλα
Με τα πολλά τα βρήκαμε, πήγαμε για ποτάκι,
Τον δρόμο λίγο χάσαμε , φόραγα και μποτάκι,
Στο σπίτι τέλος μ άφησε, γλύτωσα επιτέλους,
Για ύπνο έπεσα γοργά, με όνειρα Οθέλλους.
Την άλλη μέρα στη δουλεία ,νάσου μηνυματάκι
Μου ζήταγε τα ρέστα μου ,να στείλω μειλάκι,
Έτσι κι εγώ την πάτησα ,έστειλα στον κακούργο,
Μπαμ από κάτω ακούστηκε, μου το 'κανε καινούργιο.
Απώλεια έφερε σκληρή ,στην άδικη ζωή μου,
Μου τσάκισε τον δυστυχή τον υπολογιστή μου,
Δεν έχω τώρα τι να δω, ούτε φωτογραφία
Τα αρχεία μου χαθήκανε, γινήκανε κηδεία
Κοιτάζω το κουφάρι του ,τη σκοτεινή οθόνη,
Τις δόξες του αναπολώ ,αχ περασμένοι χρόνοι.
Μου το 'λεγε η μάνα μου ,να μην τον συναντήσω
Αν βόλτα πλάι του θα βγω, σκληρό πως θα χτυπήσω.
Και τώρα κλαίω κι οδύρομαι , μονάχη λυπημένη,
Για τις κακές παρέες μου ,βαριά μετανιωμένη.
Είναι βαριά απώλεια να χάνεται ένας δίσκος
Αισθάνεσαι σαν λούλουδο ,που κόπηκε ο μίσχος
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|