| τον γνώρισα από το ατίθασο χαμόγελό του
από τον ορίζοντα στο βλέμμα
τις σκόρπιες σκέψεις του, τις ευφάνταστες και περίτεχνες,
έμοιαζε ο χρόνος να είναι δικός του, όλος δικός του και μόνο δικός του
έφευγε, μονίμως έφευγε ο καρυδότσουφλος
πατούσε και δεν πατούσε
άκουγε και μύριζε, παρατηρούσε άσκοπα
παραπατούσε άφοβα
αγαπούσε ο καρυδότσουφλος, όλα του πετούσαν την αγάπη σα κομφετί
η κάθε του κίνηση ήτανε φως
άπλετος, χωμένος στο ξάναμμα του αέρα
μιλούσε και ζέσταινε τις καρδιές
τα μάτια μελώνανε, που τον βλέπανε, τα αυτιά που τον χωρούσαν
ακόνιζε τα σύννεφα ο άνθρωπος αυτός και μόνο για άνθρωπος πιανότανε
δεν είχε πάνω του το σχεδόν, είχε μοναχά το ακριβώς
ο καρυδότσουφλος, σοβαρή υπόθεση ζωτικής σημασίας
έπινε τις προσευχές των ανθρώπων και μεθούσε
άκουγε τις ξαγρύπνιες των αλύτρωτων και φεγγοβολούσε,
γινότανε σκνίπα από υπόκωφο έρωτα
κι έτσι τον λάτρευε ο ήλιος, τον λάτρευε η αλμύρα και το σπάνιο φιλί
αμίμητος ο καρυδότσουφλος, αγόγγυστος δουλευτής της άπιαστης μέρας
ανεπαίσθητα αισθητός
καραδοκούσε στα αμίλητα νερά,
έφτανε την αυγή και περίσσευε την νύχτα
ο καρυδότσουφλος αισθανόταν
αισθανόταν βαθιά και ανέλπιστα
είχε τον φαύλο κύκλο της αίσθησης
για αυτό κάθε τόπος, ήταν για αυτόν χαρά
είχε την ανατριχίλα της στιγμής ξυπνητή
είχε το συναρπαστικό της ασάφειας
και με το αριστερό του χέρι, αγκάλιαζε το δεξί
και έκλεινε εκεί ανάμεσα όλες τις ανησυχίες , τις φοβίες, τον τρόμο, τον πόνο
με ένα απλό αγκάλιασμα, μέσα εκεί τα έσβηνε όλα
ήταν απίθανος τύπος ο καρυδότσουφλος
συχνά πυκνά γελούσε με τρανταχτά τα γέλια
κι όσο αυτό ακουγόταν παράταιρο, τόσο αυτός του ΄δινε κι άλλη δόση παραπάνω
ήταν άντρας και γυναίκα
είχε μορφή αληθινή και εμφανιζόταν από το βάθος μιας σιωπής, μιας αμηχανίας
είχε το λάθος σεβαστό και την συγγνώμη φανερή
το δάκρυ του λαμπερό διαμάντι
με ξυπνούσε τα βράδια ο καρυδότσουφλος
μου πετούσε τα σκεπάσματα
και μου ‘λεγε: σήκω, σήκω σου λέω, δε μπορεί να κοιμάσαι
ο χτύπος της καρδιά σου, σε θέλει
και σηκωνόμουνα
και γινόμουν ένας ολόκληρος άνθρωπος
με όλες μου τις αισθήσεις
με όλες του τις εσωτερικές εκκλήσεις,
στημένος στα πόδια μου, άνθρωπος
πλημμυρισμένος άνθρωπος
που ΄χει τη στιγμή, στιγμή έτοιμη και πολύτιμη
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 7 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|