| πως μετανιωνω σε καποιους ανθρωπους που δεν μιλησα, ποτε, στα ματια τους.
(τελεία, μονο γιατι εφυγαν και εμειναν απεθαντοι εντος μου.)
μα δεν ειναι η ενοχη που παγωνει -μα η ντροπη σαν κανονας..
αχ! πως μιλαει το σωμα η σταση ορισμενων σε οσους το βλεπουν..
χα! κι αυτο να σημαινει αλλαζω.. διατηρωνταςτο οσο παει -ολο και πιο λιγο (στα, φωτα).
που τιποτα δεν ειναι μονο στο δικο μου χερι και ολα ειναι στο χερι μου.
βγαλμενο σαν απο παραμυθι -βλεπονταςτον οπως τον εβλεπα
πανω στο τελος ή αρχη? καθε εποχης (μου)
σκια και φως της μερας και της νυχτας και στα πλαγια του σκυλοι.
απο εκεινους που τους λες και ψευτικους γιατι αλλους ειλικρινεις δεν βλεπεις.
συλλεκτης ρακων.
ποιο το χρωμα του τριχωτου πριν το γκριζο και το λευκο..
ποιο το προσωπο πριν το αγκαλιασει το δασος του..
το βασιλειο του αδιαφορο ενα ισογειο κουτι στο κεντρο με καθε λογης πετουμενα..
η ευθραστη οψη του απο γυαλι για βιτρινα προορισμενη μα κατεδαφισμενη -απο
τα σημαδια του -που- το αχνοφωτο μιας γκαζολαμπας ζεσταινε
κι αστραφτε ασημι και χρυσος η σκονη πανω του -και με σκορπισε
η μοναδικη φορα που τον ειδα νυχτα και φωτιζε την νυχτα.
ενας γιαννης αγιαννης που δεν τον γυρεψε κανεις στις σκιες (του)..
απο το περασμα της παλης ρευστος και στερεος.
σα δυναμη σα γεφυρα που δεν παιρνει δεν περναει κανεις..
αερας ακαταληπτος που αγαπησε και τους δυο του κοσμους εβλεπε και τοσους αλλους..
κι εβλεπε ενα κυκλο μοναχα κι αυτον μια τελεια στο κεντρο που κινειται
οπου τον βγαζει προς καθε σημειο σταματημενο.
τοσο απλος κι ετσι ακατανοητος ο κοσμος του (ανθρωπου)
ποιητης κι απαρατηρητος που δεν καταλογιζει σε αλλον, τιποτα.
ανεξιχνιαστος καθε που παει να τον συλλαβει ανθρωπος
το αλφα στερητικο που του προσδιδει, κολλαει πανω του.
κι ολο το κοιταει σα σωμα του, ξενο. κι ετσι πουλημενο ολο του
και ετσι αγορασμενο κομματι το κομματι φαγωμενο ως το κοκκαλο ασυνδετα
πεταμενα μονο λεφτα βλεπει..
κι ο ρακοσυλλεκτης εκπληξη ελπιδα περιεργεια σωρευμενη στα σκουπιδια
και πως τα κοκκαλα ολα μπρος του συνδεονται αποκτωντας απο τα ματια του σαρκα..
ζωη του που την ειπαν καταδικασμενη απο τον ιδιο, να ζει στα χαμενα..
(με τις ζωες των αλλων αδεσποτες ανταμα)
γιατι δεν ειδε να υπαρχει πουθενα ο θανατος χωρια της.
γιατι ολο ενα αδεσποτο λιοφωτο ΖΩον απο τη δυση (του) ξεπροβαλλει
ως τον τελευταιο χορο..
και καπως ετσι διχως επιστροφη αφεθηκα
στη μονη γλωσσα που αγαπαω. που τη μιλαμε αβιαστα
απο τη κοιλια της μανας και δεν καταλαβαινουμε
για ποτε τη ξεχναμε επειτα. μνημη εμφυτη: του νερου.
μητρικη γλωσσα (κοινη): του σωματος.
μερα.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|