|  | ΟΥΣΙΕΣ
 Είχε το χέρι του απλωμένο...βλέμμα νεκρό, πάντα σβυσμένο,
 Δώσε μου σε παρακαλώ...ένα ευρώ γα να την βρώ....
 
 Στημένος στη γωνιά του πάρκου....ρωτούσε τους περαστικούς,
 Αν περισσεύει μιά δεκάρα....κι΄εξιστορούσε τους καυμούς....
 
 Ήτανε νέος στα τριάντα...ένας ψηλός  μελαχροινός....
 Σγουρά μαλιά...και μαύρα μάτια....και ήταν πάντα εκεί σκυφτός....
 
 Ξέραμε όλοι πως ο νέος...ήτανε χρήστης ουσιών...
 Κανείς δενν έκανε όμως κάτι...είναι η μοίρα των φτωχών...
 
 Σήμερα πηγα στο παρκάκι....μ΄ένα κουλλούρι...και τυρί...
 Να κολατσίσει ...μην πεθάνει, από την πείνα το παιδί...
 
 Μα η γωνιά του ήταν άδεια...στην θέση του ένα σκυλί...
 Ρώτούσα τους περαστικούς....κανείς δεν ήξερε να πει....
 
 Έδοσα στο σκυλλί να φάει....και έφυγα βιαστικός....
 Θα ξερει σκέφτηκα τα πάντα....του πάρκου ο αστυνομικός....
 
 Φίλε του λέω...στο παρκάκι....που πήγε εκείνο το παιδί....
 Με κοίταξε μα λυπημένος....συνέχισε στη σιωπή.....
 
 Φώναξα πάλι να μ΄ακούσει....πες μου αν ξέρες...μην σιωπάς,
 Πες μου τι έπαθε ο νέος....γιατί μωρέ δεν μου μιλάς....
 
 Σήκωσε τότε τόνα χέρι....και έδειξε τον ουρανό....
 Πάει μου είπε...κι ένα δάκρυ...πρόλαβα εγώ τότε να δω....
 
 ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
 
 
 | 
 |  |  |  |  |  |  |  |  | Στατιστικά στοιχεία |  |  |  |  | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
 
 |  |  |  |  |  |  |  | 
 
 
 
 |