Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
132741 Τραγούδια, 271235 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

 Γκράν μάδερ να σαι καλά
 
Γκράν μάδερ να σαι καλά


Δώστου κλώτσο να γυρίσει , παραμύθι να αρχινίσει…
Που είσαι ρε γιαγιά , καλή σου ώρα , να κοιτάς μπροστά σου εκεί που είσαι….
Ηταν εκείνα τα χρόνια του ογδόντα , με ντίσκο , με παντελόνια ‘καμπάνα’ και γυρισμένα ρεβέρ μέχρι εννιά φορές , με γιακάδες μυτερούς και τεράστιους στα πολύχρωμα πουκάμισα , με ψηλοτάκουνα αντρικά παπούτσια !!! με τις ζώνες να έχουν τεράστιες τόκες με μπιχλιμπίδια και διάφορα τσίκι τίκια επάνω.
Μαλλί τύπου άφρο – πόσο άφρο μαλλί να έχεις, αν είσαι από Ορεστιάδα ή από το Κολχικό Λαγκαδά , ας είναι όμως - ξυρισμένος ή ελαφρύ μουστάκι για να ακούς και κανένα ελληνικό. Επίσης μόδα οι μπλούζες μέσα από το παντελόνι.- εκεί να δείς γέλιο -.
Για τους ντισκόβιους, μαλλί χαίτη τύπου ντουράν ντουράν, στάιλ ‘λασπωτήρας’ και μπροστά αν έστρωνε, το γύριζες και λίγο, να έχει μια κούρμπα ρε αδερφέ, πώς να το κάνουμε.( ε ναι, να μην είσαι και μονοκόματος )
Τότε που άκουγες μπόνευ εμ και μπι τζιζ – ακου μπιτζιζ ρε , που το βρήκαν – τραγουδούσε κι η Μαρινέλλα ‘ να παίζει το τραντζίστορ ‘ , μπουζουξίδικα γεμάτα με κόσμο, φορτηγά τα λουλούδια στην πίστα, με τριαξονικό ανατροπή , ( κόψε δεξιά θα βρείς, ώπα στόπ, ρίξε ) τα πιάτα στα σεκλετομάγαζα, οι χαρτοπαικτικές λέσχες κρυφές με κασέ και ‘μάνες’ δυνατά.
Οι ντίσκο γεμάτες από νεολαία που ψαχνόταν, πειραματιζόταν και ερωτικά, - τα κάνει αυτά η νεολαία – κατά τις έντεκα χαμήλωναν τα φώτα και έπαιζαν τα ‘μπλούζ ‘. Εκεί αν είχες θάρρος ζητούσες και από την κοπέλα που σε κοιτούσε,( αν σε κοιτούσε και καμμιά, έτσι που είσαι ) να χορέψετε αγκαλιαστά, τα μπλούζ..
- Τι είναι τα μπούζ θείο ?
-Όχι μπούζ ρε . Μπλούζ είπαμε.
-Μάλιστα μπούζ. Τι είναι αυτούνα ?
-Χορεύεις αγκαλιά με την κοπέλα σου, την κρατάς σφιχτά και κλείνεις και τα μάτια
-Γιατί θείο, το κάνεις αυτό ? Δεν έχει η κοπέλα αυτοκίνητο να την σφίξεις εκεί?
-Εεεε αστα διάλα πια…δεν τρώγεσαι……και πέφτει χτάπ, φάπα ελαφράς μορφής.
Που λές λοιπόν, καυγάδες με μπουνίδι φούλ , ανοιγμένα κεφάλια και μύτες, αλητεία σένια και μόρτικη και μπράβο, δεκτή, αλητεία παλιανθρωπίστικη κακή και επικίνδυνη και μακρυά - τέτοιοι δεν πιάνονται φίλοι- φεύγεις, ενάμισι μίλι αλάργα. Αλλιώς, είσαι κορόϊδο ξεσκονισμένο.
Μηχανές στρίτ , μηχανές εντούρο με τακουνάτες ρόδες και ΄ ξερά ΄ με πιό τακουνάτες ρόδες και χωρίς φανάρια, τα πρώτα γυμναστήρια, οι πρώτοι 'σφιχτοί ' αβέρτα και κρυφά ντράγκς απόλα - μακρυά εσύ, απόλα - είναι για τα κορόϊδα.
Σκάσανε μύτη τα πρώτα παπάκια, τα 'σκαλίζανε' κάναν αυτά πρά, πρααααά απο την εξάτμηση, φωνάζαν οι γέροι, νάσου ,τα πρώτα ελληνικά ρόκ τραγούδια '' Κουρσάρος'' με το Βασίλη , βλέπε και εναλλακτική μουσική. Μαλλιά σε ότι βερσιόν γουστάρεις. Απο προβατί κούρεμα άφρο μέχρι πρασσέ και μακρύ τύπου 'Ρόρυ'. ( Γκάλαχερ για τους ασχετουά ).
Πιο μετά ντιπές μόντ και λοιποί προβληματικοί, με φοβερή μουσική, πειρατικοί ραδιοσταθμοί στα μεσαία με βαριά λαϊκά και οι πρώτοι πειρατές στα εφ εμ, με ξένη μουσική και διάφορες φλωροκαταστάσεις για τότε.
Κινηματογραφικά ακόμη καλύτερα, πρωτόγνωρα πράματα τα οπτικά εφέ , ‘Πόλεμος των άστρων’ μετά ‘Ρόκυ’ μετά ‘Ράμπο’, με κλωτσο μπουνίδια και πολυβόλα που θαυμάζουν τα αγόρια και βαριούνται τα κορίτσια, ΄Κράμερ εναντίον Κράμερ και άλλα τέτοια δακρύβρεχτα που, αρέσουν στα κορίτσια και στους πιο ευαίσθητους από μας.
Επίσης κάτι Πολωνικές ή Ουγγρικές ταινίες που χτυπούσαν τρείς νοματέοι ένα δέντρο με πηρούνια επί μισή ώρα, χωρίς κουβέντα , μετά βροχή κι αστραπές, πιο κεί δεύτερο πλάνο έδειχνε, ένα μοσχάρι γεννούσε ένα μοσχαράκι , αν έλεγες ότι ήταν αηδία η ταινία και δεν κατάλαβες τίποτα , ήσουνα φασίστας , ακροδεξιός και εξωφρενικά αστοιχείωτος.
Οπότε κουνούσες το κεφάλι σου χωρίς να μιλάς , δείγμα ότι κατάλαβες το ‘βάθος του καλλιτέχνη’. Πολλά τέτοια βλακώδη, κουλτουρέ ,αλλά 'καταξιωμένα' καλλιτεχνικά .
- Είπες κάτι για τα κουλτουρέ ? Αγριεμένος, ένας μουσάτος, με γυαλιά πατομπούκαλο και φουλάρι λαχούρ διπλοπεραστό. (μη λυθεί και φύγει )
-Εγώ? Προς θεού αγαπητέ…εγώ να πω κακιά κουβέντα για τα κάλτσιουρ ? Νέβερ, μαϊ ντίαρ.
-Α , είπα μήπως…...Ησύχασε κάπως ο αξύριστος με τα ασσέσορι......
-…………
Επίσης τα πρώτα ντράιβ ιν , που αργότερα μετατράπηκαν σε τσοντάδικα. Και πολύ κρίμας γιατί άμα φιλιέσαι με καμιά πιτσιρίκα στ αμάξι, δεν εμποδίζεις τους πίσω.
Τσόντες μαδε ιν γκρις με φοβερές ατάκες με ένα Γκουσγκούνη στο μεταπτυχιακό του και γέλιο να σου φεύγει το κλαπέ και τα κουζινέτα, ξέρεις , αν είσαι μηχανικός αυτοκινήτων.
Χαϊμαλιά διάφορα ,μπορεί και κατσικίσια κουδούνια , να κρεμάνε μερικά απομεινάρια αγόρια και γυναίκες των σίξτυς και σέβεντυς - για δεκαετίες μιλάμε μαγκάκια - .
Οι πρώτες μπαρομπουρδελότσαρκες , πίσω από το Καψής στο Βαρδάρι , οι ‘κοπέλες ‘ πενηντατόσο, βαμένες κλάψε , ντύσιμο άσε , ύφος και στάιλ βράσε, με ατάκες τύπου ‘’ ελα στη Θεία ‘’ ή ‘’έλα να σου βγάλω τις κάλτσες μικρούλη ‘‘ ή ‘’ έλα καλέ συ, να με κουμπώσεις ’’ και το πουκάμισο ξεκούμπωτο , να ξεχειλίζει από βυζοθηλές . Βοήθησέ μας Θεέ μου, να αποτάξουμε τον Σατανά…….
Να χτυπάνε το τζάμι από μέσα από το ‘μαγαζί ’ με τον αναπτήρα , δυνατό τάκα τάκα, πενήντα έξι φορές σε μας που περνούσαμε απ έξω,
‘ ελα εσυ ξανθούλη , πονηρούλη , έλα να πιείς μια πορτοκαλάδα ‘ και αν έμπαινες μέσα στο μπάρ, δεν έφτανε ολόκληρος ο μήνας μισθό στο μηχανουργείο, για τις ‘πορτοκαλάδες’.
Αλλά είχε 'άπλωμα' εξερευνητικό, χέρι πολύ , είχε και εξτρά πολλά αν σε γούσταρε η ' θειά '. Πληρωτέα όλα βέβαια με το αζημίωτο......η 'θειά' ήταν επαγγελματίας καλντεριμιτζού..... και ουχί κορόϊδο να ερωτεύεται δωρεάν, εσένα ή εμένα.
-Καταλαβαίνεις μόρτη ? Και μη χτενίζεσαι άδικα , όταν βγαίνεις για τέτοιες βόλτες.
-Γιατί να μη χτενίζομαι παρακαλώ ? Και θα χτενίζομαι και θα βάζω και κολώνια....
-Ε τι να σου απαντήσω τώρα , ρε Λαιστρυγόνα..
-Μα πώς θα αρέσω ? Εγώ θέλω ν αρέσω......
- Αυτό δε λέμε ρε χλέκλα ? Δεν ενδιαφέρει αυτά τα κορίτσια, αν χτενίζεσαι ή αν γυμνάζεσαι....μόνο το ΄γυμνασμένο΄ πορτοφόλι σου είναι στο σκοπευτικό της.
-Αααααα........
- Άξινος και ξερός και να μάθεις να βλέπεις, να παρατηρείς.
Νάτα και τα πρωτοεμφανιζόμενα τραβεστί , ντεμπούτο, στην Πολυτεχνείου κοντά στα Νέα Δικαστήρια , και όποιος θυμάται , τις Κόντρες με ότιδήποτε είχε ρόδες ,στη Λαχαναγορά.
Επίσης στα χωριά- απο τότε προχωρημένα- εκτός από πανηγύρια , είχε και αγώνες με τρακτέρ
Να βλέπεις το τζόντιρ η το μάσευ φέργκισον, σια πάν, σούζα και να λες..... το ζω αυτό ή ονειρεύομαι ? Τι να μας πούν τα κασκαντέρια στο Χόλλυγουντ και άλλα παιδικά .....
Μιλάμε για καταστάσεις τέλειες, τότε που κοιμόσουνα ξεκλείδωτος και αν σού έλειπε κάτι , να ξέρεις, μάλλον σε βαρέθηκε, έβγαλε πόδια κι έφυγε. Κλέφτες δεν υπήρχαν.
Οι Ρομά – οι αθίγγανοι ντέ – ήταν μια χαρά και τους είχανε στα χωριά να μαζεύουν ντομάτες και βαμβάκια, τους πληρώνανε κιόλας, βέεεεεβαια.
Τέτοια ωραία και απλά συνέβαιναν τότε, εκείνη την εποχή που ήμουν κι εγώ μικρός και μού έλεγε ιστορίες η γιαγιά μου η Θυμία , από το Ευθυμία και παρακαλώ μη γελάτε, θα μαλώσουμε.
Σοφή γυναίκα , γεννηθείς το χίλια εννιακόσια δώδεκα, όταν οι Ελληνες μπήκαν πρώτοι στην Θεσσαλονίκη.
Ήξερε Τουρκικά , μιλούσε Βουλγαρικά, λίγα Εβραϊκά , εννοείται Ελληνικά, αναντάν μπαμπαντάν Ελληνίδα, από κείνες τις παλιές τις ανθεκτικές τις ατσαλωμένες.
Τώρα αν επιμένεις να ψάξεις καμιά ενενήντα, εκατό γενιές πίσω, μπορεί να βρείς τον προπάππο της να περπατάει στήν έρημο της Γεδρωσίας, παρέα με τον Αλέξανδρο ή να σκοτώνεται πουθενά στη Βαβυλώνα σε καυγά , για καμμιά Περσίδα παστρικιά.
Τέτοια φυλή η γιαγιά, Παλιοί Έλληνες , άλλες προδιαγραφές ανθρώποι, περάσαν σκλαβιά Τουρκική , πολέμους με Βούλγαρους , με Γερμανούς , με Εμφυλίους.
Στάθηκε όρθια, επιβίωσε , όταν σκοτώθηκε ο πατέρας της ο Γιώργης, κάπου στη Μικρασία.
- ούτε που τον γνώρισε, αφού ο Γιώργης, πολεμούσε απο το χίλια εννιακόσια τέσσερα, αντάρτικο ελληνικό, στα Γιαννιτσά-.
Γαλανομάτα, μαλλί χιονάτο λευκό, μύτη λεπτή , με γωνία ενενήντα μοίρες, μαλλί πλεγμένο πίσω μακεδονικά, με μονή κοτσίδα μέχρι τους ώμους. Όχι πολύ ψηλή , σωματικό ανάστημα μέτριο, ψυχικό ανάστημα γιγαντιαίο. Περιγραφή τώρα στα γεράματα. Φωτογραφίες απο νέα δεν είχε η γιαγιά. Κι όταν την ρωτούσα δεν απαντούσε , μόνο κατσούφιαζε κι έφευγε. Για αυτό σταμάτησα να ρωτάω.
Που να λυγίσει η γιαγιά. Θες δουλειά ? από τα χαράματα μέχρι το βράδυ στο χωράφι.
Θες να επιβιώσεις Κατοχή ? Μόνο με τέτοια γυναίκα μπορείς.
Θές να επιβιώσεις Εμφύλιο ? Μόκο, κομμένο φέτες. Θες παιδιά? Έξι ζωή νάχουνε. Θες σπίτι και οικιακά ? Όλα στρωμένα , φτωχικά μεν , πεντακάθαρα δε. Θες ? τι άλλο θές ? ότι κι αν ήθελε ο παππούς , η γιαγιά τον προλάβαινε παλληκαρίσια.
-Θυμία, καφέ.
-Δίπλα σου είναι.
-Στην τσέπη τον είχες ?
-Η ώρα που πίνεις καφέ είναι….
-……..
Τι να πεί ο παππούς. Η γιαγιά δεν έκανε λάθη. Ούτε λάπτοπ με υπενθυμίσεις είχε τότε , ούτε κινητά και ιντερνετ με συνταγές και λοιπά βοηθητικά. Τότε ή ήξερες, ή ρωτούσες- και καλά έκανες - και μάθαινες,
απλά πράγματα, πρακτικά.
Τα απλά που τα κάναμε πολύπλοκα μας τρώνε σήμερα ρε σεις , να το ξέρετε , σας ειδοποιάω ιγουώ, ναι ιγουώ που λέει κι ο Ζίκος, στον Χατζηχρήστο.
Έτσι λοιπόν αυτή η γυναίκα , παρόλο που είχε πάει τρείς τάξεις στο σχολείο μου έλεγε ιστορίες διάφορες , με ταξίδευε σε μέρη που δεν είχε πάει ποτέ, με συμβούλευε πάντα με παραδείγματα και μικρές διηγήσεις.
Μια μέρα ,πρέπει να ήμουνα δεκατρία δεκατέσσερα το πολύ χρονών, μας ανέφερε η δασκάλα στο σχολείο –δε θυμάμαι για ποιο λόγο – την λέξη ευτυχία.
Μας είπε ότι όταν είσαι χαρούμενος, σημαίνει ότι είσαι ευτυχισμένος. Μετά το σχολείο, συνήθως περνούσα από τη γιαγιά, να πω μια καλησπέρα, γιατί έμενε κοντά και μετά πήγαινα σπίτι μου.
Εκείνη τη μέρα , όπως και κάθε φορά με ρώτησε τι κάναμε στο σχολείο , τι είπαμε, όλα αναφορά, εγώ. Της είπα ότι μιλήσαμε στην τάξη για την ευτυχία και πως ο χαρούμενος άνθρωπος είναι και ευτυχισμένος.
-Σήμερα θα σε φιλέψω, μου είπε και πήγε προς το τηλέφωνο. Αφού μίλησε με την μάνα μου, ήρθε στην κουζίνα χαμογελαστή.
Φασολάκια, τα μάζεψε ο παππούς από τον κήπο.
-Μια χαρά γιαγιά, βάλε . Να κι ο παππούς αγκαλιές , χειραψίες, τέτοια, αντρικά πράγματα.
-Παππού έχεις κανένα τάλληρο για τον εγγονό ? ρωτάω με αθωότητα…
-Μπααααά, εγγονέ δεν έχω ψιλά . Που να δώσει ο παππούς. Σφιχτός, καβουράτος στις τσέπες, για αυτό νοικοκύρης και προκομμένος.
-Ε ρε παππού…..είπα απογοητευμένος δήθεν.
- Όοοταν πάρεις τον έλεγχο. Κι ααααν είναι καλοί οι βαθμοί…..Πιο πονηρός, πιο παρακάτω, ο παππούς.
Τώρα τα φασολάκια δεν ήταν μια χαρά , αλλά τότε ακόμη δεν υπήρχαν τα γκούντις και είχαμε μεγάλη στενοχώρια. Οπότε ας ορμήξουμε, στα ανύποπτα φασολάκια, γιατί η γιαγιά δεν σε παρακαλούσε και πολύ για να φας.
-Ξέρεις πότε θα είσαι πραγματικά ευτυχισμένος ? με ρώτησε ενώ μάζευε τα πιάτα μεταξύ τσιάνγκ , τσούνγκ θορύβων που κάνουν τα πιάτα όταν τα μαζεύεις και μαχαιροπηρουνοθορύβων τσίνγκ, τσίνγκ ,τσιόνγκ.
- Πότε γιαγιά ?
- όταν ξέρεις τι κάνεις, όταν πιστεύεις σε αυτό που κάνεις, όταν το αγαπάς , με όλη σου την δύναμη.
- Γιαγιά, δεν καταλαβαίνω. Και πραγματικά δεν καταλάβαινα το νόημα.
-Όταν θα μάθεις ότι πρέπει να γίνεσαι καλύτερος σήμερα , από αυτόν που ήσουν χθές.
-Τι λε ρε γιαγιά, δε καταλαβαίνω…( που να καταλάβεις, ρε γελαδάκι ?)
-Θα σου εξηγήσω . Επειδή μεγαλώνεις και θα μπείς στην εφηβεία, αν θές,θα συζητάμε κάθε μέρα διάφορα πράγματα. Άλλα θα συζητάς με μένα και άλλα με τον παππού. Θα ρωτάς και θα συζητάμε για ότι σε απασχολεί.
Και μετά θα ρωτάς και τη μαμά σου και το μπαμπά σου και θα συζητάς πάλι, να παίρνεις κι άλλες γνώμες σ αυτά που έχουμε πεί. Να μάθεις να μιλάς και να μη ντρέπεσαι ούτε να φοβάσαι .Θα μιλάς και θα ρωτάς . Ότιδήποτε σε απασχολεί. Συμφωνείς ?
-Και γιατί να μη συμφωνώ ? παγωτό θάχει μετά ?
-Χαχαχα ,ξεκαρδίστηκε η γιαγιά, με το παζάρι το δικό μου. Και βέβαια θάχει παγωτό και για σένα και για τον παππού.
Καλή συμφωνία μου φάνηκε, τι έχω να χάσω λέω….
Σκέφτομαι πως κι αν ακόμη βαρεθώ - γιαγιά με πονάει η κοιλιά μου, δικαιολογία- και σηκώνομαι φεύγω. Σε καμιά δεκαριά μέρες το ξεχνάει κι όλα καλά.
Όσο κρατήσει το φροντιστήριο, έχω και τα παγωτά μου και αν πιάσω και στο φιλότιμο εκείνον τον παππού – δύσκολο- τσιμπάω και το ταλληράκι μου κάθε φορά .
Μέγκλα η συμφωνία και που είσαι γιαγιά ,να δώσουμε τα χέρια , μη το μετανιώσεις μετά.
- Γιαγιά, μήπως κρύβεται κανένα γλυκάκι φοβισμένο, από κείνα τα αλανιάρικα ,τα δικά σου, αυτά του κουταλιού, που κάνουν τη γλώσσα μου να χορεύει καν καν ?
-χαχαχαχα, γιατί μιλάς σαν μάγκας, παιδί μου ?
- Ετσιανά μιλάμε μείς στη παρέα μου, να ούμ.
-Να ούμ ? Τι είναι αυτά ? και αγριεύει η γιαγιά….Λες να πέσει καμμιά φάπα τώρα, αεροπλανική και είμαι και μπόσικος μετά από τόσα φασολάκια ? αναρωτιέμαι αγωνιωδώς.
-Εντάξει γιαγιά , πλάκα κάνω. ( τι να πώ )
- Συνεχίζω και ότι δεν καταλαβαίνεις , με ρωτάς. Ξεκινάει πάλι η γιαγιά….
- Γιές γράν μάδερ….απαντάω σιγανά και κάνει ότι δεν άκουσε.
-Λέγαμε λοιπόν, να γίνεσαι καλύτερος, από ότι ήσουν χθές. Αυτό σημαίνει πως η συμπεριφορά σου – κυρίως αυτή – και ο τρόπος που σκέφτεσαι , θα πρέπει να γίνονται κάθε μέρα καλύτεροι. Θα πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι πρίν πράξεις και να συγκρίνεις. Δεν θα είσαι για πάντα παιδί.
Μου είπε ο μπαμπάς σου, πως θέλεις να αφήσεις το σχολείο για να δουλέψεις και να βγάλεις χρήματα.
Αααα, να και οι ρουφιανιές, σκέφτηκα. Πονηρός ο φάτερ , έβαλε τα ‘’βαρέα όπλα’’ να με συνετίσουν. Για να δούμε που το πάει, η γιαγιά μας η καλή, που μας ράβει το κουμπί.
-Ναι , μιλήσαμε για αυτό με τον πατέρα μου.
-Δεν θα παρατήσεις το σχολείο…Πονηρή τώρα η γιαγιά, δεν χρησιμοποιεί λέξεις σαν του πατέρα μου ‘’σου απαγορεύω ‘’ και λοιπά δικτατορικά ,γιατί ξυπνάει ο Τσε μέσα μου και αντιδρώ.
( τέτοιος ΜπουφοΤσε ,είσαι ρε εκκολαπτόμενε τρυποκάρυδε
και κοίτα να ανοίξεις τα αυτιά σου, να ακούς αυτά που σού λέει η γυναίκα )
-Είπα να δουλέψω, αφού δεν έχω φράγκο ρε γιαγιά ,ούτε για στραγάλια. Οι φίλοι μου έρχονται με κατοστάρικα στο σχολείο και εγώ δεν έχω να πάρω ούτε σουσάμι , όχι να αγοράσω ολόκληρο κουλούρι στο διάλλειμα….Βαρέθηκα να μην έχω τα παπούτσια που μου αρέσουν , το παντελόνι που θέλω- με λίγη ‘καμπάνα’ κάτω- βαρέθηκα να με σφίγγουν τα πουκάμισα, βαρέθηκα να ντρέπομαι καταλαβαίνεις ? Βαρέθηκα να φοράω ότι πιο φτηνοξεπερασμένο σκουπίδι υπάρχει.
Και με πιάσαν τα κλάματα κι από υποψήφιο μαγκάκι , έγινα κνώδαλο ρε σείς , μπροστά στη γιαγιά μου και πολύ ξεφτιλίστηκα, σας το δηλώνω ευθαρσώς.
-Μάλιστα , είπε κι έφυγε , γιατί κατάλαβε ότι ντρεπόμουνα, που με έβλεπε με τα δάκρυα στα μάτια.
Σκούπισα τα μάτια μου βιαστικά, μην ξαναγυρίσει και με δεί έτσι, σα δαρμένο σκύλο.
Ηρθε μέσα με ένα δίσκο , πιατάκι λευκό, γλυκό κουταλιού, τριαντάφυλλο. Μοσχοβόλησε ο τόπος, έφυγε σε δευτερόλεπτα η φτώχεια, τα παράπονα, τα δάκρυα.
- Γειά σου ρε γιαγιά Θυμία, με τα θαύματά σου τα ζαχαροπλαστικά, ( που να ξαναφάς τέτοιο γλυκό ρε έρμε …..)
-Λοιπόν γιέ μου ? –έτσι μ έλεγε, γιέ μου- λέγαμε για το ότι πρέπει να γίνεσαι κάθε μέρα καλύτερος από την προηγούμενη. Να προσπαθείς περισσότερο. Σε όλα . Από το σχολείο μέχρι το παιχνίδι σου. Δύο πράγματα να προσέχεις πολύ, σε όλη σου τη ζωή.
-Ποια ?
- Ένα είναι οι παρέες σου, οι φίλοι σου .
-Δεύτερο ? Μασώντας εγώ. ( μη μιλάς όταν μασάς ρε, θα πνιγείς )
- Ο εαυτός σου.
- Όλοι δεν αγαπάμε τον εαυτό μας ? Υπάρχει κανένας που δεν τον αγαπάει ?
- Εννοώ να εκπαιδεύεις τον εαυτό σου να τον βάλεις κάθε μέρα να μαθαίνει, να γνωρίζει , να διαβάζει , να αγαπάει , να μάθει να χάνει, να μάθει να κερδίζει. Να απογοητεύεσαι και να χαμογελάς , να προχωράς, να μάθεις τον εαυτό σου να μη φοβάται να ζητήσει συγνώμη, έτσι θα μάθεις , μέσα από συγγνώμες, μέσα από αποτυχίες , η ζωή θα σε αιφνιδιάσει , θα σου φερθεί ύπουλα, σκάρτα και σκληρά, θα προσπαθήσει να σε γονατίσει. Μπορεί και να το καταφέρει αν την αφήσεις.Επίσης να μάθεις τον εαυτό σου να σέβεται. Πρώτα τους άλλους και μετά εσένα.
Μη μάθεις να ζείς με ψευδαισθήσεις. Θα σε προδώσουν οι φίλοι σου , μπορεί κι οι συγγενείς μας, θα στενοχωρηθείς, μη φοβάσαι να μετανιώσεις , να μη φοβάσαι να δακρύσεις και να κλάψεις ακόμα. Να μάθεις να μην τα παρατάς, να μάθεις ότι από ένα αρνητικό γεγονός, μπορεί να βγεί κάτι απίστευτα θετικό, αργότερα. Να εκπαιδεύσεις τον εαυτό σου να μην αποφεύγεις την δοκιμασία και την δυσκολία.Να μάθεις την υπομονή και την επιμονή.
- Εγώ θα τα κάνω όλα αυτά γιαγιά ?
- Όταν θα τα μάθεις όλα αυτά , τότε μπορείς αν θέλεις να παρατήσεις το σχολείο. Ξέρεις γιατί σου το λέω ?
- Με έχεις χαζέψει γκράν μάδερ , αλλά κοντίνιου πλίζ.
-Μην μου μιλάς εμένα Εγγλέζικα ,είπε τάχα γελώντας. Και μη με ειρωνεύεσαι . Εντάξει ?
Ωπ, συνοφρύωση , επικίνδυνα χαμηλό βαρομετρικό, η γκράν μάδερ.
-…………….. σιωπή και κοιτάω προς το παράθυρο…βλέπω τα απλωμένα βρακιά της απέναντι γιαγιάς - άλλα άσπρα, άλλα δερματί χρώμα – που είναι και κολλητές φίλες με την δικιά μου.
-Θα συνεχίσεις ? είπα ήρεμα .
-Μη με ξαναδιακόψεις….Σου λέω λοιπόν πως μέχρι να μάθεις όλα αυτά, θα τελειώσεις το σχολείο. Γιατί και το σχολείο είναι μια κοινωνία. Γιατί και στο σχολείο μαθαίνεις τη ζωή. Πρέπει να μάθεις να μη φοβάσαι να αντιμετωπίσεις τη ζωή σου. Ο πατέρας σου είναι χρεωμένος.
Δεν υπάρχουν χρήματα . Η μάνα σου έχει τρία εσάς και δεν την αφήνει να δουλέψει.
Λάθος και του το είπα. Δεν καταλαβαίνει…. Πρέπει να γίνεις καλύτερος από τον μπαμπά σου. Πρέπει να μάθεις να μην απομακρύνεσαι από το πρόβλημα, να μάθεις να το φέρνεις στα μέτρα σου και μετά να το ξεπερνάς . Όχι να το αποφεύγεις.
Αν παρατήσεις τώρα το σχολείο θα είσαι ένας αγράμματος και μισός. Ο πατέρας σου τελείωσε τουλάχιστον το εξατάξιο γυμνάσιο τότε. Πρέπει να προχωρήσεις περισσότερο.
Είσαι ένας έξυπνος , δυνατός και όμορφος νέος άνθρωπος. Μάθε να παρατηρείς , μάθε να σκέφτεσαι με προτεραιότητες , ποιο θα κάνεις πρώτο, ποιο θα κάνεις δεύτερο, ποιο θα κάνεις μετά.
-Κοίτα μυαλό η γιαγιά , λέξεις που χρησιμοποιεί. Εξυπνος, δυνατός, όμορφος, Λές ρε γιαγιά …είμαι όμορφος ? Με κοιτάνε κάπως τα κορίτσια αλλά νομίζω βλέπουν τα ρούχα μου και τα παπούτσια μου και ντρέπομαι , γυρνάω αλλού την κεφάλα μου. Δεν μπορώ αυτό το βλέμμα της λύπησης…Αστο, μη ξαναρχίσω πάλι να κλαίω …
-Κι αν κλάψεις τι ? Ξέρεις πόσο έκλαψε ο παππούς σου μέχρι να πω το ναι εγώ ? Νομίζεις είναι κακό να κλαίει ένας άντρας ? Κάνεις λάθος γιέ μου.
-Τι ρε παππού ? Αλήθεια λέει ?
-Η γιαγιά σου παιδί μου, να ξέρεις, δεν λέει ψέματα ποτέ.
Δεν το περίμενα αυτό . Έκλαψε κοτζάμ παππούς , με δυόμισι κιλά μουστάκλα , για τη γιαγιά ρε σεις…. Και κάθησε και τον είδε κι η γιαγιά…….Κοίτα δύναμη ο γεροντόμαγκας ο παππούς μου ρε….
Είναι άλλη συζήτηση αυτή γιε μου . Είπε ήρεμα ο παππούς, χωρίς να σηκώσει το βλέμμα του, καθώς έφτιαχνε φυσίγγια στην μικρή πρέσσα , δίπλα στο τραπεζάκι ( τότε τα φυσίγγια για κυνηγετικά όπλα, τα φτιάχναν μόνοι τους οι κυνηγόμαγκες )
Αααα κοίτα που θάχει ενδιαφέρον πολύ, το θέμα ….σκέφτηκα .
Ασυναίσθητα κοίταξα το ρολόι – αγορασμένο από μαύρο, Νιγηριανό τότε – οκαζιόν, μαϊμού αλλά κουάρτζ παρακαλώ με ντίτζιταλ ψηφία και όχι με αριθμούς και ξεπερασμένα. (ήσουνα και στη μόδα, ο καψερός)
- Γιαγιά , παππού , πήγε πέντε και μισή , φεύγω . Θα πάω σπίτι. Ευχαριστώ πολύ για όλα. Ετοιμάζομαι να σηκωθώ, όταν έρχεται ένα κέρμα στριφογυριστό σβββίιιιν…πέφτει μπροστά μου ανάσκελα….τι να δω…δραχμαί δέκα, είχε και το Δημόκριτο με το σήμα το πυρηνικό …αμάν … έγραφε και Ελληνική Δημοκρατία ...... πω ρε , τι τυχερό ήταν αυτό . Και δεκάρικο ο παππούς ? Τι γενναιοδωρίες είναι αυτές γκράν φάδερ ?
- Για σένα , να ακούς την γιαγιά σου. Την επόμενη φορά, θα σου πω πως γνωριστήκαμε. Όταν ξανάρθεις όμως. Όχι σήμερα. Σήμερα αργήσαμε. Αντε να πάς στο καλό
Έφυγα, χαρούμενος ? έφυγα γεμάτος από αγάπη ? γεμάτος από ενδιαφέρον? Γεμάτος με απορίες ? Με το μυαλό μου ανακατεμένο αλλά με το ένστικτό μου, να φωνάζει δυνατά:
κάνε υπομονή θάρθουν οι δικές σου οι μέρες, θάρθει η σειρά σου να ονειρευτείς,
να κυνηγήσεις το όνειρό σου.
Και κατάλαβα ρε μάγκες, μετά από καιρό , πως εκείνη τη μέρα έφυγα γεμάτος με οικογένεια. Γιατί πίστεψα περισσότερο στον πατέρα μου, στο οτι θα τα καταφέρει -κι ας είχαμε πάντα φοβερούς καβγάδες- στη μάνα μου , που πάντα μου μιλούσε ήρεμα και ατάραχα.
Πέρασαν σχεδόν τριάντα πέντε χρόνια από τότε και είναι φορές που την σκέφτομαι την γκράν μάδερ, θυμάμαι όλα αυτά και άλλα πολλά που λέγαμε και δακρύζω πάλι, ρε αλάνια, αλλά τώρα δεν ντρέπομαι…γιατί ότι μου είπε το έκανα και προχώρησα , κυρίως μέσα μου , με τον εαυτό μου , τα βρήκα και ησύχασα …..



 Στατιστικά στοιχεία 
       Σχόλια: 3
      Στα αγαπημένα: 0
 
   

 Ταξινόμηση 
       Κατηγορίες
      Αναμνήσεις & Βιώματα
      Ομάδα
      Πεζά
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Εκτυπώσιμη μορφή
Μήνυμα στο δημιουργό
Σχόλια του μέλους
Αναφορά!
 
   

 
pennastregata
25-06-2015 @ 10:34
Ενδιαφέρουσα αφήγηση... ::rol.:: ::smile.:: ::smile.::
iokasth
25-06-2015 @ 15:19
Αφήγηση με αναδρομή στο παρελθόν και μ έναν ιδιαίτερο διδασκαλικό τρόπο δοσμένη.!!Σίγουρα χρησημη να διαβαστεί και από νεολαία..
Πολύ ωραια.!
!!!!!!!!!!
Ν.Ρ.
koskan
25-06-2015 @ 16:44
thnks και μακάρι να μη με δουλεύετε ρε σεις ....

Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο