Ένας Άγιος άγριος εφτασε στο χωριο
έτρεχαν στο στομα του λόγια σκληρά σα βραχοι
ειχε στο κεφαλι του παντοτε πυρετό
μα το πιο παραξενο, στη πλατη του ένα αγκαθι
γελαγε γλυκα φαρσί σε πεισμα των καιρών
κι ελεγε πως η ψυχή τρελαίνεται για λαθη
τα ονειρα πως στάζουν απ τα γένια των νεκρών
και πως.. ολοι στη πλατη μας εχουμε ένα αγκάθι
μας έλεγε, μας ελεγε ,μας ελεγε πολλα
και ΄κει που ολοι νομιζαμε πως όλα πηγαν στράφι
άρχισε στη πλατη μας κατι να μας πονα
ξεφύτρωνε απ τη ραχη μας ένα μικρο αγκάθι
τον ψαξαμε, τον ψάξαμε μα εκεινος πουθενά
σα ζαβολια απ τα ματια μας, εφυγε πριν μας μαθει
τι κανει αυτό στη πλατη μας, γιατι ολο γελα ;
και τοτε καταλάβαμε , αυτος είναι τ΄ αγκαθι