| Ποιος ονόμασε τη σιωπή μας σιωπή
και ποιος όρισε τη μοναξιά να 'ναι αγκάθι;
Στη συστάδα των ασάλευτων χειλιών
ποιος έβαλε το σπόρο να φυτρώνουν αγριελιές τα ποιήματα;
Ποιος μίλησε για μοναξιά
και ποιος ένιωσε πίσω και πέρα από ήχους
πέρα από χτύπους και σκιρτήματα
το βάρος και τη σκοτεινιά της ψυχής;
Γυρεύαμε τις χίμαιρες
να σπείρουμε, να θερίσουμε φουρτούνες
και ανθίσαν όλες σαν τεράστιες καταιγίδες
κι ήταν μια τόσο μεγάλη συγκομιδή καταστροφών!
Τίποτα στο διάβα το.υς δεν έμεινε ολόρθο
σπασμένα σαν τα παλιά, τα ξεχασμένα παιχνίδια
τα γέλια και οι χαρούμενες φωνές
μονάχα εκτονώσαν τις παιδικές μας ορέξεις.
Και τώρα σκισμένοι φασουλήδες
ακουμπισμένοι στο πιο ψηλό το ράφι
χέρι δεν τις φτάνει και ένα βλέμμα ποτέ δεν της έχει χαϊδέψει
τις αλαργινές, τις παλιές μας τις χαρές....
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 2 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|