| Για να την υμνήσουν αηδόνια, έγειρε
στο στρώμα και προσποιήθηκε ύπνο. Κι έκλεισε
τα μάτια, όπου χώρεσε κι ακόμα
είναι αποτυπωμένη, η οικουμένη.
Οι αόρατοι άγγελοι έγιναν ορατοί και οι καμπάνες
της βασιλείας ήχησαν. Μήτηρ
Θεού, ορθόδοξο ρυάκι
της Συγχώρεσης. Κι απ' τα μεγάλα μάτια σου
τα σφαλιστά, ο πόνος πανταχού νικήθηκε και
το ανθρώπινο
γένος εξιλεώθη'
μπροστά σε τούτη την εικόνα που δεν έφτανε
να φανταστεί
ο νους της μάζας που ανομεί και που
συσκέπτεται με το κακό. Ω Κυρά
μίλα μου, άσε την φωνή
να με συναντήσει, κι άναψε
την ψυχή μου, ως ανάβουνε τα λαμπερά κεράκια
της Προσευχής,
πάνω στα μανουάλια των ανέμων,
που την παίρνουν και την φτάνουνε σε Σένα
που κοιμήθηκες, ανάμεσα στα βουρκωμένα δέντρα και
το δειλινό, που σε κρατάει αγκαλιά του, αφήνοντας
το μύρο να πλανιέται ολόγυρα,
στις γειτονιές του φεγγαριού και στα φτωχόσπιτα
των πάντοτε αθώων..
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|