| Που να σαι άραγε κ εσύ αυτή την ώρα,
που συλλογιέμαι κι αργοσβήνω στη σιωπή,
αδημονώντας να περάσει τούτη η μπόρα,
και ξεκινώ ψιθυριστά μια προσευχή
Μια προσευχή για μέρη μαγεμένα,
για ανθρώπους όμορφους κ αγνούς πάνω στη γη,
δίχως φοβίες από χρόνια περασμένα,
μα προσδοκώντας να γεράσουνε μαζί
Μα ανατρέχοντας σε σκέψεις σκονισμένες,
δυο χρόνια θα 'ταν, δεν θα 'τανε θαρρώ,
που έβλεπα μάνες, βουβές και λυπημένες,
και σταυροφόρους να ζυγώνουν με πειθώ
Τάχα να φέρουν σ' έναν τόπο την ελπίδα,
δημοκρατία και στερνή παρηγοριά,
μα πριν σκορπίσει πανικό η πρώτη οβίδα,
στους δρόμους άκουγες να παίζουνε παιδιά
Που 'σουν λοιπόν όταν σε είχα εγώ ανάγκη,
γιατί επέλεξες μονάχα την σιωπή,
κάποιοι πιστεύουν πως όλα είναι στην ζωή τους μια απάτη,
κι άλλοι θαρρούν πως θα σωθούν με προσευχή.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|