| Το «Μπάμπι Γιαρ» μαζί με το «Αν…» του Ράντιαρντ Κίπλινγκ θεωρούνται ως τα δυο κορυφαία ποιήματα της παγκόσμιας ποίησης.
Αυτό το ποίημα γραμμένο το 1961 έκανε τον Ευγένι Γεφτουσένκο γνωστό σε όλο τον κόσμο, παρ’ όλο που ήδη ήταν και είναι μεγάλος ποιητής.
Σχετικά πρόσφατα έγινε ευρέος γνωστό πως το ποίημα έγραψε ο Γιούρι Βλόντοφ (1932-2009) ένας πολύ σημαντικός ποιητής με αναμφισβήτητο ταλέντο που όμως ήταν αντιφρονούντος, είχε σχέση με τον υπόκοσμο και έγραφε αντισοβιετικά ποιήματα. Κι ως αποτέλεσμα δεν μπορούσε να εκδώσει τα έργα του.
Πολλοί άνθρωποι εκτιμούν την πράξη του Γεφτουσένκο ως ηρωική. Πράγματι χρειαζόταν θάρρος και τόλμη για να προσπαθήσεις να εκτυπώσεις σε μια μεγάλη εφημερίδα ενός αντισημιτικού καθεστώτος κάτι παρόμοιο.
Ο Γεφτουσένκο με το κύρος του τα κατάφερε, ενώ για τον Βλόντοφ δεν υπήρχε καμιά πιθανότητα να δημοσιεύσει το ποίημά του.
Το ποίημα συμπληρώθηκε από τον Γεφτουσένκο με 16 αράδες είναι πλάγια τα γράμματα στον παρακάτω κείμενο.
Δυστυχώς μέχρι τώρα δεν έγινε επίσης, ευρέος γνωστή η απάντηση του Γεφτουσένκο στο ερώτημα: Γιατί στα χρόνια της περεστρόικας, όταν σίγουρα δεν θα υπήρχαν κάποιες συνέπιες για τους εμπλεκόμενους, δεν ακούσαμε την ομολογία του;
Δυστυχώς δεν δουλευουν οι μορφοποιήσεις και δεν κατάφερα να κάνω της 16 αράδες πλαγια.
Παν’ απ’ το Μπάμπι Γιαρ μνημείο δεν υπάρχει.
Απότομη χαράδρα, σαν επιτύμβιο κακοφτιαγμένο.
Μπήκαν στη γη, και με τιμές εγκληματίες και
πολέμαρχοι,
Αλλά ο λάκκος τεράστιος χιλιάδων Εβραίων,
έμεινε βουβαμένο.
Εδώ, μου φαίνεται πως είμαι Ιουδαίος.
Να, οδοιπορώ στην Αίγυπτο των φαραώ,
Ενώ ιδού εκπνέω Εσταυρωμένος,
και μέχρι τώρα πάνω μου ουλές καρφιών.
Νομίζω πως ο Ντρέιφους, είμαι ‘γω.
Η εχθρική προδιάθεση ο καταδότης μου κι ο δικαστής.
Για τα σίδερα με πάνε σαν κοινό κακούργο.
Έπεσα στην παγίδα, είμαι περικυκλωμένος,
κυνηγημένος και συκοφαντημένος.
Κι οργισμένες κυράτσες με φαρμπαλάδες και δαντέλες
χώνουν στο πρόσωπό μου τις ομπρέλες.
Μου φαίνεται πως είμαι αγόρι από το Μπελοστόκ.
Τρέχει το οινόπνευμα και ρέει το αίμα περισσό.
Ασχημονούν οι θαμώνες του μπάγκου της ταβέρνας,
μυρίζουν βότκα και κρεμμύδι μισό – μισό.
Με τις μπότες τους μ’ έφεραν σε ακινησία.
Τους μπροστάρηδες του πογκρόμ ικετεύω ματαίως.
Υπό το χάχανο: «Χτύπα Ιούδες, σώσε τη Ρωσία!»
τη μητέρα μου βιάζει ο αλευράς λυσσαλέος.
Ω! ρωσικέ λαέ! Γνωρίζω, ότι είσαι
Διεθνιστής στην ουσία.
Αλλά συχνά οι φανατισμένοι αντισημίτες,
το όνομά σου έκαναν θυσία.
Γνωρίζω την καλοσύνη της γης σου.
Τι ατιμία! Οι άνθρωποι του Διαβόλου του ναού
τους εαυτούς τους πομπώδης βάφτισαν:
«Ένωση ρωσικού λαού!»
Μου φαίνεται: είμαι η Άννα Φρανκ,
λεπτή σαν του Απρίλη το κλαδάκι.
Της μέρες άγριες μετρώ,
με το στυλό στο χέρι.
Εδώ και δυο χρόνια κρύβομαι σ’ ένα κλουβάκι.
Μου αρπάξανε τη γη και τη ζωή.
Απαγορεύεται ο ουρανός, δεν γίνεται να νιώθω αεράκι.
Αλλά και επιτρέπονται πολλά: γίνεται στο σκοτεινό
κελί μας, με τρυφερότητα ν’ αγκαλιαστούμε.
Έρχεται κάποιος;
Μη φοβάσαι! Είναι το βοητό της άνοιξης που έρχεται.
Αγκάλιασέ με πιο σφιχτά.
Και μην τρομάζεις.
Σπάνε την πόρτα;
Όχι, σπάει ο πάγος στο ποτάμι…
Παν’ απ’ το Μπάμπι Γιαρ των αγριόχορτων η θροή.
Σαν δικαστές κοιτάνε τα δέντρα αυστηρά.
Τα πάντα με σιωπή φωνάζουν,
και το καπέλο βγάζοντας,
νιώθω πως τα μαλλιά μου ασπρίζουν αργά.
Κι ο ίδιος είμαι σαν άηχη ασταμάτητη κραυγή,
παν’ απ’ τον χιλίων χιλιάδων ενταφιασμένων.
Είμαι του κάθε, εδώ τουφεκισμένου γέρου η οργή.
Είμαι το κάθε παιδί τουφεκισμένο.
Τίποτα μέσα μου μπορεί να ξεχάσει αυτό!
Η «Διεθνής» να βροντά σαν δυναμίτης,
όταν για πάντα θα θαφτεί
ο τελευταίος πάνω στη γη αντισημίτης.
Αίμα εβραϊκό δεν έχει το δικό μου αίμα.
Των Εβραίων το αίμα βράζει στην ψυχή μου[I]
Αλλά τον δρόμο που κρατάω είναι ίσιος:
Εβραίος είμαι για αντισημίτες,
γι’ αυτό και είμαι Ρώσος γνήσιος!
Γιούρι Βλόντοφ
1961
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|