| Πόσο γαλήνια λες αντίο,
στης άνοιξης το φώς,
φοβήθηκε ο φόβος μη πονέσει,
καθώς χώριζε η γη στα δυό.
Μα ξέρεις πως χρόνος πως προτρέχει,
και απλώνεται στη διαστολή,
της έλξης που αιώνια μας έλκει,
και κάθε άλμα μας διαρκεί.
Καθώς κρύβεσαι έτσι στο λαιμό μου,
νιώσε το χέρι μου να σε ακουμπά,
σαν ήχος που δε πρόλαβε τη σφαίρα,
γύρισε η γη από μακριά.
Σε λίγο θα πατήσουμε στο χώμα,
τα μάτια άνοιξε ξανά,
μην είσαι τόσο φοβιτσιάρα,
αφού ξέρεις να πετάς.
Ότι θές να το προφέρεις,
με το στόμα που φιλάς,
αφού το ξέρεις δεν αντέχεις,
να κάνεις ότι φεύγεις μακριά.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 1 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|