| ΑΓΓΙΓΜΑ ΟΝΕΙΡΟΥ
Θορρώντας να καταρρέει ο ουρανός,
Αγναντεύοντας το σκότος
Που καλύπτει τις εποχές,
Δεν φοβάμαι καλή μου,
Όσο θορρώ τα μάτια σου
Τίποτα δεν φοβάμαι.
Όσο ακούω το γέλιο σου
Τίποτα δεν φοβάμαι.
Τίποτα δεν φοβάμαι καλή μου,
Όσο στα χέρια μου αναζητάς
Την ευτυχία..
Κι ήτανε άνοιξη
Όταν ο ήλιος των ματιών σου έσβησε
Την συννεφιά της μοναξιάς μου καλή μου.
Ξέχωρισες, γιατί αλλάξανε ρυθμό
Οι παλμοί. Εκείνη η γλυκιά αμηχανία καλή μου
Σε έχρησε πριγκίπησα, εκείνη
Η γλυκιά ντροπή του έρωτα
Σε έχρησε εξαίρεση καλή μου.
Ήταν τότε που θριάμβευσε η καρδιά μου,
Και σε διάλεξε και σώθηκε απ' το μαρασμό,
Απ' τον συρφετό της υποκρισίας.
Κι ήταν τότε που έτρεμαν τα πόδια
Στη θέα της όψης σου.
Τότε που τα βλέμματα
Συναντιόντουσαν κλεφτά
Και τρέχανε στο άγνωστο
Μέχρι που τα χείλη σμίξουν και ενώσουν
κάποιο αίωνιο, κομματιασμένο όνειρο.
Οι μέρες οι ηλιόλουστες μες στου χειμώνες
Ψιθύριζαν τον ερχομό σου και
Οι βροχές με τις βροντές δεν μπόρεσαν
Να σε κρατήσουν μακριά μου καλή μου.
Γιατί το ουράνιο τόξο σου είχα για πιξίδα
Στις τρικυμίες που συνάντησα.
Και αν το τοπίο ήταν θολό
Τα μάτια τα γαλάζια σου κυνηγούσα.
Και αν τοπίο ήταν κρύο
Η ανάσα σου με σκέπαζε τα βράδια
Στο κρεβάτι των χεριών σου
Σε ένα όνειρο, που η ελπίδα του έδωσε σάρκα
Και σχήμα και άρωμα και όνομα.
Κι ήταν τα δικά σου καλή μου.
Όλα δικά σου.
Γ. Σ. Αλεξάνδρου.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|