| Έφτασα στα σκαλιά σου.
Ώρες αναζητούσα την πόρτα σου,
Και τη βρήκα.
Κέρδισα το προσωπικό μου στοίχημα.
Πόσο γελοίος φάνηκα στα μάτια ορισμένων,
Μα άλλο τόσο πείσμωνα για να το βρώ.
Μέγαλο κίνητρο τα μάτια σου.
Και εκείνοι που κρίνουν την ανθρώπινη ψυχή
Όταν γυμνή την βλέπουν σε άλλα σώματα,
Αντιδρούν λόγω άγνοιας.
Τι άτυχοι, που δεν ένιωσαν την ψυχή τους να γδύνεται.
Ή τουλάχιστον ακόμα.
Να ενώνεται με την γυμνή ψυχή που ποθούν,
Να γεύονται, να μυρίζουν λίγο
Απ' την αύρα, το άρωμα το αγνό που αχνίζουν
Οι γυμνές ψυχές, να εκτεθούν στον κόσμο,
Να φαίνονται τρελοί και αλλόκοτοι.
Δεν τολμούν. Φοβούνται οι καημένοι
Τις κακές τις γλώσσες,
και ζουν ένα κατεπίφαση
Ερωτικό απόγευμα, μα ώς το πρωί
Που ξημερώνει η αλήθεια
Φεύγουν και πετούν μακρυά.
Ρηχά συναισθήματα, και άνθρωποι ρηχοί
Δεν την αντέχουν την θάλασσα του έρωτα.
Δεν την γνώρισαν ποτέ.
Θαρρούν πως θα πνιγούν και μένουν
Εκεί στην αμμουδιά.
Μα εγώ και εσύ φτάσαμε μεσοπέλαγα.
Δεν γεννηθήκαν οι ψυχές μας για τα ρηχά του κόσμου.
Ήρθαν με κλάμα για να γελάσουν, να δακρύσουν,
Να συγκινηθούν, να τρανταχτούν, να σπάσουν
Και να ενωθούν με κάποια όμοια τους.
Δεν ταιριάζουν τα ρούχα της εποχής στην ψυχή σου
Και στην ψυχή μου.
Δεν θα αντέξουν.
Θέλουν εκτεθημένες να τριγυρνούν
Ολόγυμνες, ευαίσθητες να καλωσορίζουν ή
Να πολεμούν αγγίγματα. Να χαρακώνονται γλυκά
Απ' τη μελωδία της φωνής. Της φωνής σου.
Να τριγυρνούν ξυπόλιτες σε ανηφόρες,
Στο άγνωστο, να ψάχνουν να βρούν
Το νόημα της ζωής δίχως ελπίδα
Και εκεί που μοιάζει το όνειρο να καταρρέει,
Να βρισκονται στο μπαλκόνι σου απέξω,
Με την ανάσα κομμένη
Καθηλωμένες να παρακολουθούν
Το παντζούρι που σέρνεις δειλά δειλά
Να δείς τον ήλιο, και εκείνες να θωρούν
Το πρόσωπό σου να ζωντανεύει το όνειρό τους.
Γ. Σ. Αλεξάνδρου.
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 3 Στα αγαπημένα: 1
| | | | | | |
|