| Στις πλάνες σου βυθίστηκες κι αυτό το μεσονύχτι
δίχως κατάρτι η καρδιά στα πέλαγα ξανοίχτη
κίνησες δίχως βάσκανα, τα μάγια σου να λύσεις,
μα τον Γαρμπή της λησμονιάς πως θα τον πολεμήσεις
Στις συννεφιάς το δίχρωμο, κρέμασες τα όνειρά σου
άγγιξες του αστεριού το φως, και λιώσαν τα φτερά σου
όρμησες δίχως να σκεφτείς, μες στον κατακλυσμό σου,
πώς να λυθεί χωρίς σπαθί, ο γόρδιος δεσμός σου
Αντί λοιπόν να φυλαχτείς στης πίκρας την πλημμύρα
και να διαβάσεις το γραφτό, κι αυτό που λέει η μοίρα:
«Πως όποιος όρκους δεν κρατά , θα περπατά στο χιόνι»
πορφύρα λησμονιάς φοράς, και μένεις πάντα μόνη
|
![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | ![](skin/images/spacer.gif) | | Στατιστικά στοιχεία | | ![](skin/images/spacer.gif) | | Σχόλια: 4 Στα αγαπημένα: 0
| | ![](skin/images/spacer.gif) | | | | ![](skin/images/spacer.gif) |
|