| αποσταμένος στο πρώτο σκαλί της ξενητειάς
της ποίησης ανοίγω άσπρο διάπλατο σεντόνι
ούτε παράπονα ούτε σκέψεις φανερώνει
ζυμώνω τη φούχτα που έχω φέρει της μαγιάς
σκεπάζω τον καημό μου μη τον δεί μοίρα κακή
σ'αμφορέα δωρικό τα μυστικά μου σφαλίζω
μα στο μουντό ουρανό ιδρωμένος ξεχωρίζω
έχω μιά θέση πάντα κρατημένη στην αχλύ
σύκα,ρόδια του τόπου μου στο πανέρι γυρεύω
για τον χλωμό περιπλανώμενο ταξιδευτή
κι αν διψάσω μ'αντίδωρο ένα βρόκκο κρασί
εικόνες που ριζώσανε στη ψυχή πασπατεύω
του λαού το πρόσωπό μου, μόσχευμα καθαρό
εδώ σε τούτη τη γή τη ξανθή τη νυχτωμένη
πάμε τώρα ο ήλιος του αυγούστου περιμένει
πλατύς ο ουρανός και το χώμα πιο μαλακό
πάμε τώρα να ποτίσουμε τη ρίζα της κητρομιλιάς
με το κορμί να σπαράζει στις πληγές χρόνια και χρόνια
εκεί στη Λεμεσό ποιος θα τα θυμάται πια τ'αηδόνια
«που δε σ'αφήνουν να κοιμηθείς» τις μέρες της ξεγνοιασιάς
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 6 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|