| κάπου κινήθηκα στο φώς
ξάφνου στα κρυφά μπήκα εντός
σύρθηκα μπροστά σκυφτός
άνοιξα μικρό πορτάκι νοερώς
στη περασμένη μου ζωή περπατιστός
χρυσά πιασίματα στα τσαγιερά
σε κομμούς ακουμπισμένα ξεχωριστά βαλμένα
ασημένια κουταλάκια σε γυαλιστερά πιατάκια
αποτυπώματα πολλών περιέργων στιγμών
μεγάλων κυριών βρώμικων ψυχών
μεγάλα παράθυρα κάδρα μέ γιοφύρια
τοίχοι κλαρωτοί ντυμένοι σα γαμπροί
γεμάτοι με κολάρα βασιλιάδες σε τελάρα
φόντο η εξουσία στη κουρτίνα η φαντασία
ότι γυαλίζει λένε ότι ξεχωρίζει στην ματιά
μοναχικοί περίπατοι καθορισμένοι δρόμοι
σταθερά πατήματα κεκερμένα διηγήματα
λιμνούλες μετρημένες λουλούδια βιασμένα
μια γριά κίσσα παραμόνευε ψίχουλο να πέσει
στου κολατσιού την ώρα συνηθισμένοι όλοι
χρώματα μουντά και γκρίζα
στην συννεφιασμένη μου ματιά
παλιά ανάμνηση γλυκιά
σαν μελωδία ακούστηκε γλυκιά
του τελευταίου χορού η αγκαλιά
|
| | | | | | | Στατιστικά στοιχεία | | | | Σχόλια: 5 Στα αγαπημένα: 0
| | | | | | |
|